Ιστορία και μύθος μικρών φράσεων (Χ.Ν., 1-12-14)
Posted on 1 Δεκ, 2014 in Δοκιμές | 0 comments
ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ ΜΙΚΡΩΝ ΦΡΑΣΕΩΝ
- Τα πήρε” ή “δεν τα πήρε” ο τάδε για να ψηφίσει υπέρ της εκλογής του ΠτΔ; Ερώτημα στο οποίο θα δώσει, αν δώσει, απάντηση η Δικαιοσύνη. Όμως, η έκφραση “τα πήρε” ή “τα’ πιασε”, παραμένει στο (πολιτικό και όχι μόνο) προσκήνιο δηλώνοντας πως όσο υπάρχει διαφθορά και διαπλοκή τέτοιες φράσεις θα συμπυκνώνουν ολόκληρες κοινωνίες.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ φράσεις της καθημερινότητας που χρησιμοποιούμε, έστω κι αν δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς σημαίνουν ή από πού προέρχονται. Μικρές φράσεις που, αντίθετα από τα παραθέματα, δεν διατυπώνουν κάποια κρίση, άποψη ή σοφία, αλλά μόνο χαρακτηρισμό προσώπου ή μερίδας ατόμων.
ΜΙΚΡΗ συμβολή, η ανίχνευση της “ιστορίας” ελαχίστων από αυτές. Η διερεύνησή τους όμως αποδεικνύει τη διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας αλλά και την ελληνικότητα των κατοίκων αυτού του τόπου, χιλιάδες χρόνια τώρα. Που δεν αλλάζουν (Μέσα σε (), τα σχόλια μας):
- “Ο μήνας έχει εννιά”
Η επικρατέστερη εκδοχή για τη φράση αυτή είναι ότι, στα πρώτα χρόνια του νέου ελληνικού κράτους, οι δημόσιοι υπάλληλοι πληρωνόντουσαν κάθε εννιά ημέρες! Όχι κάθε μήνα που επικράτησε αργότερα. Από αυτή, λοιπόν, την αιτία πιστεύεται ότι βγήκε η φράση: “ο μήνας έχει εννιά “. Υπάρχει και παλιό τραγούδι που το λέει (“… και ο μήνας έχει εννιά”), ίσως για να τονίσει το… αραλίκι των δημοσίων υπαλλήλων. Μια άλλη εκδοχή ανάγει τη φράση στην απάντηση που έδωσαν οι Σπαρτιάτες στους Αθηναίους, όταν αυτοί τους ζήτησαν βοήθεια για να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες: “Είναι εννέα του μηνός και δεν είναι γιομάτο το φεγγάρι …”!
- Η “μπέμπελη” και “η μαρμάγκα”
Τις πολύ ζεστές αυγουστιάτικες μέρες ο καθένας μας μπορεί να «βγάλει την μπέμπελη». Ποια είναι η μπέμπελη; Η ιλαρά (1). Όσο για την παραπάνω φράση, αυτή στηρίζεται σε γιατροσόφια που έλεγαν ότι για να θεραπευτείς από την μπέμπελη/ιλαρά, πρέπει να ιδρώσεις πολύ… Μια άλλη περίπτωση είναι η μαρμάγκα, η οποία εμφανίζεται στη φράση «τον έφαγε η μαρμάγκα», που σημαίνει ότι κάποιος εξαφανίστηκε, χωρίς να αφήσει ίχνη. Μαρμάγκα είναι είδος δηλητηριώδους αράχνης που αιχμαλωτίζει και εξαφανίζει τα θύματά της χωρίς να αφήνει πίσω της ίχνη. (Έχει ενδιαφέρον να δούμε πόσους παλαιοπολιτικούς θα φάει η “μαρμάγκα” των εκλογών)
- “Άστον να κουρεύεται” – “Άιντε να κουρεύεσαι”. “Δεν πας να κουρεύεσαι, λέω εγώ;”
Στα Βυζαντινά χρόνια ήταν σύνηθες θέαμα η διαπόμπευση. Οι Βυζαντινοί πολίτες αρέσκονταν να πηγαίνουν στις πλατείες και στους δρόμους, για να παρακολουθήσουν μια διαπόμπευση. Οι τιμωρούμενοι ήταν κλέφτες, ριψάσπιδες, μέθυσοι, αντάρτες, αλλά και εξέχοντα πρόσωπα! Η πρώτη ενέργεια εναντίον του διαπομπευόμενου ήταν να τον κουρέψουν! (κάτι σαν “τέντι-μπόι”, δηλαδή). Εθεωρείτο δε μεγάλη προσβολή να κουρέψεις κάποιον, ακριβώς όπως στα χρόνια της Επανάστασης (1821) ήταν προσβολή να πεις σε κάποιον ότι θα του ξυρίσεις το μουστάκι! Φράσεις όπως “άστον να κουρεύεται” και “άντε να κουρεύεσαι”, αφορούσαν σε άτομα τόσο “σκάρτα”, ώστε να τους αξίζει η διαπόμπευση. Το ρήμα “κουρεύω” στους Βυζαντινούς απαντάται και ως “κουράζω”. Συνηθισμένη η φράση: “τον τάδε εκούρασαν μοναχόν”. Επειδή λοιπόν, για τον καταδικαζόμενο στη διαπόμπευση και “κουράν”, το γεγονός δημιουργούσε ένα ψυχικό και σωματικό κάματο, γιατί πολλές φορές τον έδερναν κιόλας, μας έμεινε το “κουράζω” ως συνώνυμο του “καταπονώ”. (Σήμερα, εν καιρώ μνημονίων, η λέξη “κούρεμα” συνειρμικά μάς πάει στο “δημόσιο χρέος”, τα ομόλογα και τις καταθέσεις. Και αναμένεται περίπου σαν λύτρωση ή κόλαση, για κυβέρνηση και αντιπολίτευση).
- “Έφαγε το ξύλο της χρονιάς του”.
Στο Μεσαίωνα, οι περισσότεροι μαθητές προτιμούσαν να το σκάνε από το μάθημα, παρά να πηγαίνουν στο σχολείο, επειδή τότε οι δάσκαλοι ήταν περισσότερο παιδονόμοι και λιγότερο παιδαγωγοί. Όταν ένας μαθητής, λοιπόν, δεν απαντούσε σε μια ερώτηση, δενόταν χεροπόδαρα και μεταφερόταν στα υπόγεια του σχολείου, όπου έκανε παρέα με τα ποντίκια! Άλλοτε, πάλι, τον έγδυναν και τον άφηναν ώρες στο κρύο. Πρώτη τιμωρία ήταν το ξύλο. Τα απάνθρωπα μέσα “παιδαγωγικής” εφαρμοζόντουσαν σε όλα τα σχολεία της Ευρώπης. Στην Αγγλία καταργήθηκαν, μόλις τον 18ο αι. Έτσι, τα παιδιά προτιμούσαν να το σκάνε όχι μόνο από τα σχολεία, αλλά και από τα σπίτια… Στο Βυζάντιο οι δάσκαλοι ήταν, σχεδόν όλοι, καλόγεροι και παπάδες. Φυσικά, έδερναν κι αυτοί τους μαθητές, αλλά μόνο μια φορά το χρόνο. Δηλαδή τον Αύγουστο, που σταματούσαν τα μαθήματα —για να ξαναρχίσουν τέλη Σεπτεμβρίου. Κάθε μαθητής ήταν υποχρεωμένος να περάσει από τον παιδονόμο, για να φάει το… ξύλο του. Είχαν την εντύπωση ότι, τον ένα μήνα που Θα έλειπαν από το σχολείο τα παιδιά, θα ήταν φρόνιμα! Γι αυτό λέμε: «έφαγε το ξύλο της χρονιάς του», όταν μαθαίνουμε πως κάποιος τις έφαγε για τα καλά.
- “Η ιστορία μιας χυλόπιτας”
Μια πολύ ωραία ιστορία φαίνεται πως κρύβεται πίσω από τη -λυπητερή- φράση «έφαγε χυλόπιτα». Σήμερα αντιστοιχεί περισσότερο σε μια ερωτική απόρριψη. Όμως στο παρελθόν (γύρω στο 1815), ένας εμπειρικός γιατρός από τα Ιωάννινα, ο Παρθένης Νένιμος, υποστήριξε πως είχε βρει το φάρμακο για την ερωτική απογοήτευση -που ακολουθεί την απόρριψη. Ηταν ένας σταρένιος χυλός, μια -χυλό- πίτα, η οποία έπρεπε να φαγωθεί για τρεις μέρες κάθε πρωί με άδειο στομάχι.
- “Τα ίδια Παντελάκη μου…”
Για την περίπτωση του Παντελή που ενέπνευσε τη φράση «τα ίδια, Παντελάκη μου, τα ίδια, Παντελή μου», υπάρχει η εκδοχή που λέει ότι πρόκειται για κάποιον γενναίο Κρητικό, ονόματι Παντελή Αστραπογιαννάκη, που πήρε τα βουνά όταν οι Ενετοί κυρίεψαν τη Μεγαλόνησο. Τις νύχτες χτυπούσε τους κατακτητές κι έδινε κουράγιο στους συμπατριώτες του, λέγοντας πως το νησί σύντομα θα απελευθερωθεί. Οταν ήρθε η απογοήτευση και τα μαρτύρια, ξεκίνησε κι η φράση «τα ίδια, Παντελάκη μου, τα ίδια, Παντελή μου», που χρησιμοποιείται συχνά και σήμερα. (Μα και τι άλλο είναι τα επαναλαμβανόμενα μνημόνια;)
- “Τα σπάμε…”
Οι αρχαίες συνήθειες είναι μια τεράστια πηγή έμπνευσης για τη σημερινή καθομιλουμένη ακόμα και στις πιο αργκό ή νεανικές εκδοχές της. Χαρακτηριστικό είναι ότι φράσεις, όπως «τα σπάσαμε» ή «τα τσούξαμε» που χρησιμοποιούνται ευρέως, έχουν τις ρίζες τους σε έθιμα από την αρχαιότητα. Το πρώτο σχετίζεται με μια συνήθεια των αρχαίων Κρητών να συγκεντρώνονται την παραμονή του γάμου σε ένα δωμάτιο, όπου τραγουδώντας και χορεύοντας έσπαγαν πήλινα δοχεία. Διασκέδαζαν δηλαδή ή όπως θα λέγαμε και σήμερα «τα έσπαγαν». Όσο για το «τα τσούξαμε», λέγεται πως ξεκίνησε από γυναίκες, οι οποίες ανακάτευαν το κρασί με διάφορα βότανα για να γίνει αυτό πιο πικάντικο!
- “Τα έκαναν πλακάκια”
Τη φράση αυτή λέμε όταν θέλουμε να δείξουμε ότι, δυο άνθρωποι τα είχαν από πριν συμφωνημένα, ώστε να μη φαίνεται τίποτα από εκείνο που τους κατηγορούσαν. Μερικοί θέλουν να υποστηρίζουν ότι η έκφραση προήλθε από τη συμμετρική τοποθέτηση των πλακιδίων των σπιτιών: είναι όλα τα πλακάκια έτσι τοποθετημένα που δε μένει κανένα κενό! Άλλοι πάλι λένε, πως η έκφραση προήλθε από το παιχνίδι των χαρτιών “πλακάκια”: δυο συμπαίκτες κανονίζουν έτσι τα κοψίματα των χαρτιών (στα πλακάκια κόβουν πολλές φορές και όποιος έχει το μεγαλύτερο ή το ίδιο – ανάλογα τη συμφωνία – κερδίζει), ώστε να χάνει πάντα ο τρίτος συμπαίκτης τους. (Στην πολιτική εννοούμε τη συναντίληψη, το consensus, τη συναίνεση και άλλες ηχηρές λέξεις που εκφράζουν “τα πλακάκια”)
- “Φτου, κι απ΄ την αρχή” και “απ΄έξω κι ανακατωτα”
Στο Βυζάντιο, όταν τελείωναν τα παιδιά την καλλιγραφία τους, έδιναν στο δάσκαλο την πλάκα για να τη διορθώσει. Μετά, ο δάσκαλος ζητούσε από τα παιδιά να την ξαναγράψουν. Επειδή δε πολλές φορές δεν είχαν σφουγγάρι, έσβηναν την πλάκα με τα δάχτυλα αφού προηγουμένως τα έφτυναν! Από τότε επικράτησε η φράση: «Φτου, κι απ’ την αρχή» (όπως τώρα με το νέο μνημόνιο!). Τα παιδιά μάθαιναν επίσης να δείχνουν τα γράμματα και να λένε απ’ έξω την αλφαβήτα. Ο δάσκαλος, για να πεισθεί πως τα παιδιά την ξέρουν καλά, τους έδειχνε τα γράμματα ανακατωμένα. Έκτοτε επικράτησε να λέμε γι’ αυτόν που γνωρίζει κάτι καλά, ότι το ξέρει “απ΄έξω κι ανακατωτά” (2). (28-11-14)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) μπέμπελη (η) {χωρ. γεν. πληθ.} (λαϊκ.) η ιλαρά (βλ.λ.)・ κυρ. στη ΦΡ. βγάζω τη μπέμπελη, ζεσταίνομαι υπερβολικά: άνοιξε κανένα παράθυρο, γιατί θα βγάλουμε τη μπεμπελη εδώ μέσα! ΣΥΝ. σκάω από τη ζέστη. [ETYM. <σλαβ.pepel ≪στάχτη≫] (Λεξικό Μπαμπινιώτη).
-(2) Φαίδωνος Κουκουλέ (1881-1956), “Βυζαντινών βίος και πολιτισμός” (και διαδίκτυο)