"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Χαρμολύπες-2014

ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΟΙ ΧΑΡΜΟΛΥΠΕΣ, ΜΙΑ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΠΕΝΤΕ ΛΥΠΕΣ…

  • «Κοιμόμουν και ονειρεύτηκα ότι η ζωή είναι χαρά. Ξύπνησα και είδα ότι η ζωή είναι χρέος. Πάλεψα και είδα ότι το χρέος είναι χαρά». [Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (Rabîndranâth Tagore) 1861-1941, Ινδός λογοτέχνης και φιλόσοφος, Νόμπελ 1913]

ΚΑΘΕ χρόνο αυτές τις μέρες, η εφημερίδα «Χανιώτικα  Νέα» γεμίζει από «θερμά» συγχαρητήρια γονιών, συγγενών, φίλων, καθηγητών: απευθύνονται σε μαθητές που πέρασαν σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Δεν λείπουν και τα ανταποδοτικά ευχαριστήρια μαθητών προς γονείς, καθηγητές, φροντιστήρια κι άλλους συντελεστές της επιτυχίας τους. Επικρατούν «χαράς ευαγγέλια» σε πολλά σπίτια, αλλά και θλίψη σε άλλα… Επιτυχία κι αποτυχία. Ενθουσιασμός κι απογοήτευση: Το αλατοπίπερο της ζωής.

ΒΕΒΑΙΑ, στιγμές χαράς μπορούμε να ανακαλύπτουμε παντού και πάντα. Ακόμη και στα πιο μηδαμινά πράγματα. Αρκεί να τραβήξουμε από τα μάτια μας το πέπλο της αδιαφορίας ή της φιλαυτίας και να αναζητήσουμε (1) τη χαρά, έστω και φευγαλέα, στα πιο απλά πράγματα που μας περιβάλλουν.

ΣΗΜΕΡΑ που η κρίση καταπίνει όλες τις πηγές χαράς – ευχάριστα συναισθήματα, αισθητική απόλαυση ομορφιάς, πράξεις δημιουργικής απασχόλησης, εθελοντισμό, αλληλεγγύη, ανακούφιση των άλλων κ.ά.- πραγματικά αυθόρμητα χαμόγελα χαράς συναντούμε μόνο στις μαιευτικές κλινικές! Εκεί, δηλαδή, που η ζωή ανανεώνεται σε πείσμα των οικονομικών κρίσεων, των συγκρούσεων και των πολέμων. Εκεί, το κλάμα ενός νεογέννητου προκαλεί χαμόγελα  ελπίδας και γεννά την προσδοκία για μια καλύτερη ζωή. Τουλάχιστον για τις ερχόμενες γενιές…

ΜΙΑ πρόσθετη σεπτεμβριανή χαρά είναι οι νέοι «ακαδημαϊκοί πολίτες» μας: οι μαθητές των Λυκείων που μπήκαν σε Πανεπιστημιακές Σχολές. Για τα παιδιά αυτά, ο νέος κύκλος ζωής που ξεκινά από την εγγραφή τους σε ΑΕΙ ή ΤΕΙ σημαίνει και το τέλος της ξένοιαστης ηλικίας -της παιδικής/εφηβικής- με ταυτόχρονη την έναρξη μιας νεας περιόδου. Με επίκεντρο τις προσωπικές αναζητήσεις, τις ενδοσκοπήσεις αυτογνωσίας, την αποδοχή ή την απόρριψη από τους άλλους, την υιοθέτηση ή μη ποικίλων βιοθεωριών, τις μιμήσεις ξένων προτύπων, τους πολιτικοκοινωνικούς προβληματισμούς και τους αγώνες…, οι νέοι «πολίτες» μας καλούνται να διαμορφώσουν τις μελλοντικές κοινωνίες…


ΣΙΓΟΥΡΑ θα έχουν τη χαρά της αυτοδημιουργίας με την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς τους, αλλά και την ικανοποίηση για τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής τους. Μα, αυτός δεν είναι κι ο στόχος κάθε γενιάς; Από σήμερα, με δική τους ευθύνη, θα  αποφασίζουν για τη ζωή τους, θα είναι συνεπείς ή όχι με τις σπουδές τους, θα διευρύνουν τους ορίζοντές τους ή όχι. Αλίμονο αν παραμείνουν «λιμνάζοντες» φοιτητές.

Η ΧΑΡΑ, βέβαια, της ανεξαρτησίας προκαλεί ταυτόχρονα και φόβο για το άγνωστο που καραδοκεί. Αν δεν ξέρουμε να διαχειριστούμε τις ελευθερίες μας. Αλίμονο αν η νέα ζωή των φοιτητών  δεν αποτελούσε σημαντικό βήμα σταδιακής απαλλαγής από την προστατευτική ομπρέλα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Αλίμονο αν η τάση αυτή αποδέσμευσης απ΄τον ομφάλιο λώρο δεν είχε ως αντίκρισμα τη χαρά της ατομικής ελευθερίας.

ΕΙΝΑΙ αξιοπερίεργο το ότι  στις στιγμές της χαρμολύπης μας διαπιστώνουμε μια αντίφαση: στην περίπτωση απώλειας ενός προσφιλούς προσώπου (πένθους) τα συλλυπητήρια που δεχόμαστε είναι κατά πολύ περισσότερα από τα συγχαρητήρια που μας αποστέλλονται, όταν καταγράψουμε μια επιτυχία ατομική ή οικογενειακή. Αυτό συμβαίνει επειδή το να συμμετάσχεις στη χαρά του άλλου είναι ψυχολογικά δυσκολότερο από το να εκφράσεις τα συλλυπητήριά σου! Η παραπάνω συμπεριφορά μας είναι από τα  παράδοξα της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Στο βιβλίο «Νίτσε, 99 Μαθήματα καθημερινής Φιλοσοφίας» (2), ο συγγραφέας Άλαν Πέρσυ σχολιάζει έτσι μια σχετική με τη χαρά ρήση του μεγάλου Γερμανού Φιλοσόφου: «Έλεγε ο Όσκαρ Ουάιλντ ότι δεν είναι δύσκολο να βρούμε ανθρώπους που να θέλουν να συμπάσχουν στα βάσανά μας, αλλά είναι εξαιρετικά σπάνιο να βρεθεί κάποιος που να χαρεί ειλικρινά με τους θριάμβους μας» (…)Και η αιτία: «Γιατί είναι τόσο δύσκολο να συμμεριστούν οι άλλοι τη χαρά της επιτυχίας; Προφανώς επειδή ενεργοποιείται ο μηχανισμός της σύγκρισης. Αντί να πανηγυρίσει για το καλό νέο, ο συνομιλητής αναρωτιέται: Και γιατί όχι εγώ;»

ΚΙ ΟΜΩΣ! Ένα από τα μυστικά των υγιών ανθρώπινων σχέσεων  είναι να ξεπεράσουμε τα στερεότυπα που έχουμε δημιουργήσει για τους άλλους, ώστε να είμαστε σε θέση να συμμετέχουμε και στη χαρά του άλλου. Αυθόρμητα, σαν να ήταν δική μας χαρά.

Η ΖΩΗ, παρόλα τα στραβά και ανάποδά της, συνεχίζεται… Τουλάχιστον, ας την απολαμβάνουμε στις έστω και ελάχιστες στιγμές χαράς που μας προσφέρει. Για τον Ιταλό λογοτέχνη Τσεζάρε Παβέζε [Cesare Pavese, 1908-1950], «η μόνη χαρά στη ζωή είναι ν’ αρχίζεις». Είναι πολύ ενδιαφέρον να ξαναρχίζουμε την κάθε καινούργια μέρα μας με μια άλλη οπτική, μια άλλη στάση ζωής. Όταν πάψουμε να δεχόμαστε παθητικά τη μονότονη καθημερινότητα που μας σερβίρει τη θλίψη ως αναπόφευκτο γεγονός, όταν δηλαδή ξεπεράσουμε την ψυχοφθόρα ρουτίνα του αβάσταχτου φορτίου του 24ωρου, μόνο τότε –νομίζουμε- θα ανακαλύψουμε τις κρυφές χαρές που μας επιφυλάσσει η ζωή σε κάθε βήμα…

ΤΟΤΕ η κάθε μέρα θα είναι και «χαρά Θεού». Τότε, δεν θα  εκφραζόμαστε απαξιωτικά λέγοντας «χαρά στο πράμα!», για τις επιτυχίες των άλλων, αλλά θα «κάνουμε χαρές» κι εμείς μαζί τους, θα «είμαστε μες στην καλή χαρά» με όλους. Τότε, θα «είμαστε μια χαρά» με τους γύρω μας, κυρίως δε με τον εαυτό μας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

-(1) Από μικρός θυμάμαι ένα αρχαιοπρεπές τραγουδάκι, αποδιδόμενο στον Γκαίτε (σε μετάφρ. Αλ. Ραγκαβή), που χορευότανε και σε ρυθμό βαλς. Περιέγραφε, μεταξύ άλλων, το μάταιο της αναζήτησής της χαράς έξω από τον εαυτό μας. Έλεγε:

«Ζητώ τη χαρά πότε εδώ πότε εκεί!/ Που είναι;  Ειπέτε μου που κατοικεί;

Δεν είναι εις λόφους  εις όρη υψηλά./ Ειπέτε μου, που η μορφή της γελά;

Εις βάθη κοιλάδων επήγα ζητών./ Τον ρύακα είδα που πίπτει κροτών,

και παίζει και σύρει νερά καθαρά,/ Μαζί των δεν έπαιζε πλην η χαρά.

Εζήτησ’ αύτην εις σκιάς των δασών./ Εγέλων τα φώτα αστέρων χρυσών,

Πτηνόν εκελάδ’ εις μυρσίνη χλωράν,/ Πλην έψαλε θρήνους και όχι χαράν.

Εζήτησ’ αύτην εν ευθύμους χορούς,/ Εις δείπνον θαλάμους λαμπρούς και ηχηρούς.

Εις φώτα, εις σκεύη χρυσά κι’ αργυρά,/ Πλην ουτ’ εις αυτά δεν ευρέθ’ η χαρά.

Την έφθασα τέλος, την εύρον μακράν,/ Μακράν εις χωρίου κοιλάδα μικράν.

Τριγύρω της είχε παιδιά αρκετά,/ Κ’ επήδα μ’ εκείνα κ’ εγέλα μ’ αυτά. (…)»

-(2) Άλαν Πέρσυ, «Νίτσε, 99 Μαθήματα Φιλοσοφίας», σελ. 41, εκδ. Πατάκη, μτφρ. Α. Δημητρούκα, Αθήνα, 2009

 


Σχολιάστε