Πολυτεχνείο 2012
Posted on 16 Νοε, 2012 in Πολιτική | 0 commentsΤο όνομά μου είναι εξέγερση
- Με λένε εξέγερση
Η ηλικία μου απροσδιόριστη. Πρέπει να γεννήθηκα τότε που φύτρωσε το παράπονο στο στήθος του σκλάβου και η αδικία έγινε το καθημερινό ψωμί στα τραπέζια του κόσμου. Το σώμα μου τράφηκε με ποτάμια αίματος, με αλυσίδες, με θυσίες, με ανισότητες.
Απόκτησα χίλια πρόσωπα: πότε γροθιά, πότε κραυγή, πότε παράπονο, πότε οδόφραγμα, πότε ντουφέκι, πότε πλακάτ και πύρινος λόγος, μα πάντα παρούσα και καλπάζουσα στα σταυροδρόμια της Ιστορίας.
Με λένε εξέγερση
Έγινα τραγούδι στα χείλη των κυνηγημένων, σημαία στους ιστούς των καταπιεσμένων, συνείδηση των θυμάτων και υποσυνείδητο των θυτών. Έθνος μου έγιναν τα έθνη όλης της Γης και χώμα μου το σώμα μυριάδων σκοτωμένων στο όνομά μου.
Αφουγκράστηκα τους μύχιους πόθους της ανθρώπινης δυστυχίας και έγινα αποκούμπι, λυτρωτής και φωτοδότης σε καθημερινούς Γολγοθάδες που γίνονταν Αναστάσεις και Λυτρώσεις. Έγινα αμέτρητες φορές το καθαρτήριο της ανθρώπινης συνείδησης, η νέα αυγή σ’ έναν κόσμο σκοτεινό και απάνθρωπο.
(Bella ciao, χορωδία)
- Με λένε εξέγερση
Γύρισα όλα τα μέρη του κόσμου. Άλλοτε στη Ναζαρέτ, άλλοτε στην Αγία Πετρούπολη κι άλλοτε στην Τιεν Αν Μεν. Έγινα έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα, κατάληψη στο κάστρο της Βαστίλης. Μάης Παριζίανικος, Άνοιξη στην Πράγα, ροβόλημα στους δρόμους της Αβάνας. Πότε σπαθί στο χέρι του Σπάρτακου, πότε βόλι στο καριοφίλι του Καραϊσκάκη, πότε λόγος θεϊκός στης Ιερουσαλήμ τα τείχη, πότε αντάριασμα στου Βιετνάμ τους ορυζώνες, πότε σφεντόνα παιδική στης Παλαιστίνης την ιντιφάντα και πότε ανοιγμένο κεφάλι στου Σιάτλ το μετερίζι.
Αδίκησα και αδικήθηκα, εμπιστεύτηκα και απογοητεύτηκα, ξεκίνησα μα δεν τερμάτισα, κοιλοπόνεσα μα δεν γέννησα, γονάτισα μα σηκώθηκα, γιατί ταυτίστηκα με τους ανθρώπους, γιατί είμαι δικό τους έργο.
(Αρνιέμαι, χορωδία)
- Με λένε εξέγερση
Κι αγάπησα τους Έλληνες, έγινα σύντροφος και ιδρώτας στην πονεμένη πορεία τους στο χρόνο. Ήμουνα ράσο λυτρωτικό στην Αγία Λαύρα τους, και πύρινα λόγια Βελεστινλήδων στα Βαλκάνιά τους, τα ματωμένα στάρια στα Κιλελέρ τους, τα νεκρά κορμιά των καπνεργατών στη Σαλονίκη του ’36 τους. Κι έπειτα έγινα ΟΧΙ βροντερό στα χείλη τους και αντάρτικο τραγούδι στα θρυλικά βουνά τους. Αργότερα πυρπόλησα τις καρδιές τους στη Λευκωσία και την Κερύνεια, κι έγινα αγώνας Ανένδοτος και βήμα γοργό στα πόδια του Λαμπράκη και 1-1-4 στις διαδηλώσεις της ψυχής τους.
Με φυγάδευσαν στη σιωπή και στο βόλεμα τα σκοτεινά χρόνια των αμερικανόδουλων πρακτόρων. Χώθηκα και πλαδάρεψα εφτά χρόνια μαζί με τους Έλληνες στις πολυθρόνες της ντροπής και της υποταγής. Μου ρούφηξε το αίμα η αντιπαροχή, το θαλασσοδάνειο, ο Άγνωστος Πόλεμος της τηλεόρασης και η αποβλάκωση των γηπέδων. Έκανα πως δεν άκουγα τις κραυγές αυτών των λίγων που σάπιζαν στις Γυάρους και τις Μακρονήσους…
(Πότε θα κάνει ξεστεριά, χορωδία)
- Με λένε εξέγερση
Και ξανάνιωσα στις φλογισμένες ψυχές των φοιτητών. Ξανάδα τον ήλιο στην ταράτσα της Νομικής, ξαναγεννήθηκα στα αμφιθέατρα και στους δρόμους του Πολυτεχνείου το ’73.
Με λένε εξέγερση, με λένε «Εδώ Πολυτεχνείο–Εδώ Πολυτεχνείο, σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων».
Τρεις μέρες γίορταζα την άνοιξή μου και ήταν Νοέμβρης.
Έκλεισα τις τηλεοράσεις, άνοιξα τα ραδιόφωνα, άνοιξα τις πόρτες, βγήκα στους δρόμους. Έγινα πλακάτ, φέιγ βολάν, γραμμένο σύνθημα με μαρκαδόρο στους τοίχους της Ιστορίας. «Κάτω η χούντα», «Έξω οι Αμερικάνοι», «Θάνατος στο φασισμό». Έγινα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία».
Δεν μ’ έλιωσε η ερπύστρια του τανκς. Δεν μ’ έσβησε η σιωπή των κρατητηρίων. Κάθε σπίτι έγινε κι ένα κρησφύγετο, κάθε ψυχή κι ένα εικονοστάσι.
(Κυκλάμινο/αποσπάσματα/ Εδώ το φως …)
- Με λένε εξέγερση
Έσφιξα τα δόντια και χαμογέλασα στη Μεταπολίτευση και πριν προλάβω να ξαποστάσω είδα φίλους χθεσινούς να με εξαργυρώνουν, πολιτικάντηδες να μ΄εξαπατούν, συναγωνιστές να με προδίδουν αγκαλιά με την εξουσία. Έγινα εμπόρευμα και φανφάρες, κόκκινα παχιά χαλιά επισήμων, λόγοι δεκάρικοι σε καλοταϊσμενα στόματα ψευδεπίγραφων αγωνιστών. Με κάναν γιορτή καθεστωτική και με αποστέωσαν αυτοί που στην ουσία ποτέ δεν μύρισαν το άρωμά μου.
Λένε πως τώρα πια δεν έχω χώρο ζωτικό στα όνειρά σας.
Τώρα η ζωή σας έγινε εικονική πραγματικότητα, φαστ φουντ, κινητή ψευδαιμονία, τζόγος χρηματιστηριακός και πασαρέλα μιας ομορφιάς επίπλαστης, ντυμένης με τα σινιέ ρούχα της μοναξιάς σας.
Κι όμως, εγώ είμαι πάντα εδώ, κρυμμένη σε κάποια σκοτεινή γωνιά σας. Όταν θα τελειώσετε με τα «limit up» σας, όταν θα σας λιώσει το ελαστικό ωράριό σας, όταν θα σας πνίξει πια η μπόχα των αποβλήτων του τεχνικού πολιτισμού σας, όταν χτυπήσει και τη δική σας πόρτα ο ρατσισμός και ο αποκλεισμός για τον οποίο τώρα αδιαφορείτε, όταν θα γίνετε και σεις θύματα τούτης της παγκοσμιοποίησης που τώρα θεοποιείτε, όταν συνειδητοποιείσετε ότι είστε αναλώσιμα υλικά στην κρεατομηχανή των πολυεθνικών, τότε θα με θυμηθείτε.
Γιατί με λένε εξέγερση και είμαι η συνείδησή σας.
Γιατί πάντα θα σας φλογίζω τις ψυχές με τα λόγια του Τσε: «Μας φαίνονταν μεγάλοι γιατί ήμασταν γονατιστοί…Ας εγερθούμε».
[Διασκευή σε κείμενο του Ν. Σ. Παπαδόπουλου (Κοινωνιολόγου –Εκπαιδευτικού) που δημοσιεύτηκε στην «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 18/11/2000].
(Στ.Γ.Κ., από σχολική γιορτή για το Πολυτεχνείο, 2003, Χανιά)
—————————————————————————————-
http://www.youtube.com/watch?v=LQMsT4lNG2g&feature=related