"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Οικολογική ποίηση (Ζαχ. Παπαντωνίου-Η κατάρα του πεύκου)

 

 

 

 

 

Όταν ένα απλό ποίημα είναι σε θέση να μας ευαισθητοποιήσει, αντί χιλιάδων εμβριθών οικολογικών επιστημονικών σελίδων:

 

Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΟΥ ΠΕΥΚΟΥ

1.-

«Γιάννη, γιατί έκοψες το πεύκο; Γιατί; Γιατί;»

- Αγέρας θάναι, λέει ο Γιάννης

και περπατεί.

Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι

βγάνει φωτιά .

Να’ βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα

μια ρεματιά!…

Μες το λιοπύρι, μες στον κάμπο

να ένα δεντρί…

Ξαπλώθη ο Γιάννης αποκάτω

δροσιά να βρή.

Το δέντρο παίρνει τα κλαδιά του

και περπατεί!

«Δε θ΄ ανασάνω», λέει ο Γιάννης.

«Γιατί, γιατί;»

 

2.-

«Γιάννη, που κίνησες να φτάσεις;»

- «Στα δυο χωριά.»

-«Κι ακόμα βρίσκεσαι δω κάτου;

Πολύ μακριά!»

-«Εγώ πηγαίνω, όλο πηγαίνω.

Τι έφταιξα εγώ;

Σκιάζεται ο λόγγος και με φεύγει.

Γι’ αυτό είμαι δω.

Πότε ξεκίνησα; είναι μέρες…

για δυο, για τρεις…

Ο νους μου σήμερα δε ξέρω

τ΄ είναι βαρύς»

-«Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι

να δροσιστής».

Σκύβει να πιει νερό στη βρύση…

στερεύει ευθύς.

 

3.-

Οι μέρες πέρασαν κι οι μήνες

φεύγει ο καιρός

στον ίδιο τόπο είν’ ο Γιάννης

κι ας τρέχει εμπρός.

Να το χινόπωρο,

να οι μπόρες!

μά πού κλαρί;

Χτυπιέται ορθός με το χαλάζι,

με τη βροχή.

 

4.-

-«Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο

το σπλαχνικό

πούρριχνεν ίσκιο στο κοπάδι

και στο βοσκό;»

Ο πεύκος μίλαε στον αέρα

– τ’ ακούς, τ’ ακούς;-

και τραγουδούσε σα φλογέρα

στους μπιστικούς.

Φρύγανο και κλαρί τού πήρες

και τις δροσιές

και το ρετσίνι του ποτάμι

απ΄ τις πληγές.

Σακάτης ήτανε κι ολόρθος

ως τη χρονιά,

που τον εγκρέμισες για ξύλα,

Γιάννη φονιά!».

 

5.-

-«Τη χάρη σου ερημοκκλησάκι

την προσκυνώ.

Βόηθα να φτάσω κάποιαν ώρα

και να σταθώ…

Η μάννα μου θα περιμένη

κι έχω βοσκή

κι είχα και τρύγο… Τι ώρα νάναι

και τι εποχή;

Ξεκίνησα το καλοκαίρι

να στοχαστής

κι ήρθε και μ’ ηύρεν ο χειμώνας

μεσοστρατίς.

Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι.

Πότε ήρθε; πώς;

Άγιε, σταμάτησε το λόγγο

που τρέχει εμπρός.

Άγιε, το δρόμο δεν τον βγάνω

-με τι καρδιά;-

Θέλω να πέσω να πεθάνω, εδώ κοντά» .

 

6.-

Πέφτει σα δέντρο απ΄ το πελέκι,

βογγάει βαρειά,

μακριά του στάθηκε το δάσος,

πολύ μακριά.

Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι,

φωνή καμιά

Στ΄ αγκάθια πέθανε, στον κάμπο,

στην ερημιά.
_________________

(Οικολογικό, συγκλονιστικό και πάντα επίκαιρο το ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου.

Βρίσκεται στο «Νεοελληνικά Αναγνώσματα», των Εμμ. Τρουλλινού-Ζαχ. Παπαντωνίου, «δια τους μαθητάς της Α΄Τάξεως των Γυμνασίων και των Ημιγυμνασίων», Αθήναι, 1931, σελ. 131-133)

… Για την αντιγραφή, Στ.Γ.Κ.


Σχολιάστε