Ενοχη αµνησία για τους νεκρούς του Εµφυλίου (Ν. Γκατζογιάννη, “Κ”, 15-9-24)
Posted on 21 Σεπ, 2024 in Κείμενα, Τα Παιδοπολίτικα | 0 comments
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ο πιο αιματηρός πόλεμος στη χώρα μας, ο λεγόμενος ¨εμφύλιος” (1946-1949), σκόπιμα αποσιωπάται, κάθε φορά που έρχεται στο φως μια νέα αποκάλυψη.
==========================
Το υπουργείο Εθνικής Αμυνας επέλεξε να μη συμπεριλάβει τα ονόματα των πεσόντων του Εμφυλίου στο «Μνημείο των Αθανάτων του Eθνους».
Ενοχη αµνησία για τους νεκρούς του Εµφυλίου
https://www.kathimerini.gr/istoria/563220364/enochi-amnisia-gia-toys-nekroys-toy-emfylioy/
- Η Καθημερινή 15 Sep 2024 ■ Γράφει ο Νίκος ΓΚΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗΣ.
Στις 29 Νοεµβρίου 2023 εγκαινιάστηκε το «Μνηµείο των Αθανάτων του Eθνους». Στις πλάκες αναγράφονται τα ονόµατα των 121.692 Ελλήνων που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα. Οχι όµως των 15.628 Ελλήνων κυβερνητικών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον Εµφύλιο. Στις 29 Νοεµβρίου 2023 εγκαινιάστηκε στο στρατόπεδο «Παπάγου» το µεγαλοπρεπές «Μνηµείο των Αθανάτων του Eθνους». Αποτελείται από έναν επιβλητικό βωµό, όπου καίει άσβεστη η αιώνια φλόγα, αφιερωµένη στη µνήµη των πεσόντων υπέρ της πατρίδας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Τον βωµό πλαισιώνουν σειρές επιτύµβιων πλακών που καταλήγουν στον 16µετρο ιστό που φέρει την ελληνική σηµαία και δεσπόζει στην κορυφή του µνηµείου. Στις επιτύµβιες πλάκες, που σύντοµα θα µεταφερθούν στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στη Βάρη, αναγράφονται τα ονόµατα των 121.692 Ελλήνων που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα τους σε εθνικές συγκρούσεις από το 1830 έως το 1974.
Ωστόσο, από τις πλάκες αυτές λείπουν τα ονόµατα των 15.628 Ελλήνων κυβερνητικών στρατιωτών που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Εµφυλίου Πολέµου, από το 1945 έως το 1949. Το ίδιο το υπουργείο που τους κάλεσε να εκπληρώσουν το καθήκον τους, φαίνεται τώρα να επιδιώκει να διαγράψει τη θυσία τους από τη συλλογική µνήµη του ελληνικού έθνους.
Ποιους πολεµούσαν όµως αυτοί οι άνδρες που έπεσαν στο πεδίο της µάχης; Κοµµουνιστές αντάρτες που ήθελαν να εγκαθιδρύσουν µια σταλινική δικτατορία στη γενέτειρα της δηµοκρατίας και ήταν έτοιµοι να παραχωρήσουν τη Μακεδονία στη Γιουγκοσλαβία, µε αντάλλαγµα τη στήριξή της στην εξέγερσή τους. Και για τι έδωσαν τη ζωή τους αυτοί οι άνδρες; Για να κρατήσουν το έθνος τους ελεύθερο και ενωµένο.
Αυτοί οι νέοι δεν προσφέρθηκαν εθελοντικά να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Στρατολογήθηκαν από την κυβέρνηση για να υπερασπιστούν τη χώρα, και ανταποκρίθηκαν σε αυτό το κάλεσµα. ∆εν έσπευσαν στη µάχη αναζητώντας δόξα, αλλά έδωσαν τη ζωή τους για να σώσουν την Ελλάδα από τη δικτατορία και τον διαµελισµό. Κέρδισαν επάξια µια τιµητική θέση σε κάθε κατάλογο «αθανάτων» που έκαναν την υπέρτατη θυσία για την πατρίδα τους. Τι προδοσία είναι, λοιπόν, για αυτούς τους γενναίους νέους στρατιώτες και αξιωµατικούς –15.628 συνολικά–, που ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία να ζήσουν τη ζωή τους, να διαγράφονται από τους τιµητικούς καταλόγους του ίδιου του υπουργείου που τους έστειλε στη µοίρα τους. Το να αγνοείται η θυσία τους, ακόµη και από µια αριστερή κυβέρνηση όπως του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠΑΣΟΚ, θα ήταν θλιβερό. Αλλά το να αγνοείται από µια υποτιθέµενη κεντροδεξιά κυβέρνηση όπως η Νέα ∆ηµοκρατία, είναι ντροπή.
Γιατί, λοιπόν, τα ονόµατα των κυβερνητικών δυνάµεων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Εµφυλίου Πολέµου παραλείφθηκαν από το «Μνηµείο των Αθανάτων του Eθνους» που δηµιούργησε το ίδιο το υπουργείο που τους επιστράτευσε; Η απάντηση είναι προφανής: αν το υπουργείο συµπεριελάµβανε τους πεσόντες των κυβερνητικών δυνάµεων, θα αισθανόταν υποχρεωµένο να κάνει το ίδιο και για τους κοµµουνιστές αντάρτες, γιατί και αυτοί ήταν Eλληνες, αλλιώς θα αντιµετώπιζε διαµαρτυρίες από την Αριστερά. Eτσι, για λόγους πολιτικής ορθότητας, το υπουργείο επέλεξε να µη συµπεριλάβει κανέναν από τους δύο. Με τον τρόπο αυτόν όµως το υπουργείο προδίδει τον ίδιο τον σκοπό για τον οποίο δηµιουργήθηκε το µνηµείο: να τιµήσει τις ένοπλες δυνάµεις που έδωσαν τη ζωή τους για να διαφυλάξουν την «ελευθερία» του έθνους, όπως αναφέρει ένα δελτίο του µνηµείου. Οι κυβερνητικές δυνάµεις στον Εµφύλιο Πόλεµο θυσίασαν τη ζωή τους για να κάνουν ακριβώς αυτό, και το πέτυχαν, ενώ ο στόχος των κοµµουνιστών ήταν να εγκαθιδρύσουν δικτατορία. Ευτυχώς απέτυχαν, αλλά προκάλεσαν ανείπωτη βία στον ελληνικό λαό (τουλάχιστον 157.000 νεκρούς), τεράστιες καταστροφές (800.000 άµαχοι εκτοπίστηκαν) και εθνικές στερήσεις (οδηγώντας τη χώρα σε 10ετή οπισθοδρόµηση στη µεταπολεµική ανασυγκρότηση). Μια τέτοια κληρονοµιά δεν είναι άξια να εξασφαλίσει στους αντάρτες µια θέση σε ένα ιερό µνηµείο αφιερωµένο σε όσους θυσίασαν τη ζωή τους για την πατρίδα τους.
Οι Eλληνες µισθοφόροι που πολέµησαν µε τους Πέρσες στη µάχη του Μαραθώνα δεν αναπαύονται στον τάφο των ηρώων που πέθαναν υπερασπιζόµενοι την ελευθερία. ∆εν τους άξιζε αυτή η τιµή, και ούτε οι κοµµουνιστές αντάρτες αξίζουν αναγνώριση στο ίδιο µνηµείο µε τις κυβερνητικές δυνάµεις που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του Εµφυλίου Πολέµου. Oµως η επιθυµία του υπουργείου Εθνικής Aµυνας να κατευνάσει την Αριστερά δεν περιορίζεται στην παράλειψη των ονοµάτων τους, αλλά επεκτείνεται ακόµη και στους πεσόντες από άλλους πολέµους που αναφέρονται στο µνηµείο του υπουργείου. Σε αντίθεση µε τα µνηµεία της Νορµανδίας και του Βιετνάµ, τα ονόµατα των πεσόντων που αναγράφονται στο µνηµείο του υπουργείου Εθνικής Aµυνας δεν συνοδεύονται από τον βαθµό και τα διακριτικά τους, προφανώς για να αποφευχθούν οι κατηγορίες περί ελιτισµού από την Αριστερά.
Στις 26 Ιουνίου, ο υπουργός Εθνικής Αµυνας Νίκος ∆ένδιας παραχώρησε συνέντευξη Τύπου, όπου ανακοίνωσε ότι το «Μνηµείο των Αθανάτων του Εθνους» θα αντικατασταθεί από ένα νέο µνηµείο σχεδιασµένο από τον γλύπτη Κωνσταντίνο Βαρώτσο και ότι οι πλάκες µε τα ονόµατα των 121.692 πεσόντων θα µεταφερθούν στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Ωστόσο, δεν αναφέρθηκε καθόλου στους 15.628 νεκρούς του Εµφυλίου που δεν συµπεριελήφθησαν στο µνηµείο και η θυσία τους θα εξακολουθήσει να αγνοείται στη νέα του τοποθεσία. Ο κ. ∆ένδιας είχε προτείνει κάποτε την κατασκευή ενός αγάλµατος του Χο Τσι Μινχ στη Μακεδονία, βασιζόµενος σε ατεκµηρίωτες αναφορές ότι ο ηγέτης του κοµµουνιστικού Βιετνάµ ίσως πολέµησε εκεί για τους Γάλλους, κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέµων. Και όµως, ο υπουργός Αµυνας επιτρέπει την παράλειψη, από το µοναδικό µνηµείο στην Ελλάδα που κατασκευάστηκε για να τιµήσει όλους τους «αθανάτους» του έθνους, 15.628 συµπατριωτών του που σκοτώθηκαν πολεµώντας για την ελευθερία κατά τη διάρκεια του Εµφυλίου Πολέµου.
Κανείς δεν λέει να αναζωπυρώσουµε τις ιδεολογικές συγκρούσεις του παρελθόντος για να δηλητηριάσουµε τον σηµερινό πολιτικό διάλογο, αλλά το να παραβλέπουµε τη θυσία χιλιάδων νέων Ελλήνων που πολέµησαν για την ελευθερία της πατρίδας τους αποτελεί προδοσία των θεµελιωδών αξιών που εµείς οι Eλληνες, ως ιδρυτές της δηµοκρατίας, θα πρέπει να θεωρούµε πολύτιµες.
Το µνηµείο του υπουργείου Εθνικής Aµυνας δεν είναι το µόνο µέρος όπου τα θύµατα του Εµφυλίου Πολέµου στερούνται επίσηµης αναγνώρισης. Στις 29 Σεπτεµβρίου, περίπου 40 άνδρες και γυναίκες θα συγκεντρωθούν γύρω από ένα µικρό, µαρµάρινο µνηµείο σε έναν λόφο έξω από το χωριό Τσαµαντάς, στους πρόποδες της Μουργκάνας, η κορυφή της οποίας σηµατοδοτεί τα σύνορα µε την Αλβανία. Θα συναντηθούν εκεί για να τιµήσουν τη µνήµη 120 Ελλήνων στρατιωτών που πιάστηκαν αιχµάλωτοι και αργότερα εκτελέστηκαν από κοµµουνιστές αντάρτες, την άνοιξη του 1948. Τα θύµατα ήταν Eλληνες στρατιώτες, έφηβοι και εικοσάρηδες, που επιστρατεύτηκαν για να υπερασπιστούν τη δηµοκρατία, ενώ οι εκτελεστές τους ήταν αντάρτες αποφασισµένοι να την αντικαταστήσουν µε µια δικτατορία. Ωστόσο, δεν θα υπάρξουν ούτε κυβερνητικοί αξιωµατούχοι, ούτε οµιλίες, ούτε δηµοσιογράφοι, ούτε ποιητές για να τιµήσουν τη θυσία τους, όπως γίνεται κάθε χρόνο στη Μακρόνησο, όπου µνηµονεύονται οι συµπαθούντες τους κοµµουνιστές που φυλακίστηκαν εκεί κατά τη διάρκεια του Εµφυλίου Πολέµου.
Οι αιχµάλωτοι στρατιώτες δεν ήταν τα µόνα θύµατα της κοµµουνιστικής τροµοκρατίας που σάρωσε τα βουνά της Μουργκάνας το 1948. Σε όλα τα χωριά κατά µήκος των πλαγιών της Μουργκάνας, οι κοµµουνιστές αντάρτες που τα κατέλαβαν εκτέλεσαν 5 έως 8 άτοµα – απλούς άνδρες και γυναίκες που πάλευαν µια ζωή να επιβιώσουν στα σκληροτράχηλα αυτά εδάφη. Μια γυναίκα, η Oλγα Μπουρδούκη από το χωριό Κωστάνα, την οποία οι Γερµανοί είχαν στείλει στο Νταχάου, επέζησε από αυτή τη φρίκη και επέστρεψε στο χωριό της, για να καταλήξει να εκτελεστεί από τους συµπατριώτες της.
Η Ελλάδα έχει δηµιουργήσει µια διαφορετική πραγµατικότητα σε σχέση µε άλλες χώρες, των οποίων οι δηµοκρατίες έχουν δεχτεί ένοπλες επιθέσεις. Eχει επιλέξει να αγνοήσει, και προσπαθεί να ξεχάσει εντελώς, εκείνους που θυσίασαν τη ζωή τους για να διασφαλίσουν τη δηµοκρατία κατά τη διάρκεια του Εµφυλίου Πολέµου, και αντ’ αυτού προσπαθεί να αναγνωρίσει και να τιµήσει εκείνους που προσπάθησαν να την καταστρέψουν. Υπάρχει ένα µουσείο στην Αθήνα που παρουσιάζει τα δεινά όσων φυλακίστηκαν στη Μακρόνησο κατά τη διάρκεια του πολέµου. Πού είναι όµως το µουσείο για τα αµέτρητα θύµατα της κοµµουνιστικής τροµοκρατίας στα βουνά της Ηπείρου και της Μακεδονίας;
Κάθε χρόνο, στις 17 Νοεµβρίου, γίνονται στην Ελλάδα διαδηλώσεις κατά του στρατιωτικού καθεστώτος που κυβέρνησε τη χώρα από το 1967 έως το 1974. Κατανοώ τη διαρκή δυσαρέσκεια κατά της χούντας. Μάλιστα, έγραψα περισσότερα άρθρα κατά του καθεστώτος σε αµερικανικές εφηµερίδες από οποιονδήποτε άλλο δηµοσιογράφο στις Ηνωµένες Πολιτείες εκείνη την εποχή, γιατί πάντα πίστευα ότι ο λαός που γέννησε τη δηµοκρατία θα πρέπει να αποστρέφεται κάθε µορφή δικτατορίας. Αλλά πού είναι οι διαδηλώσεις εναντίον εκείνων που πολέµησαν για να επιβάλουν µια σταλινική δικτατορία στην Ελλάδα και σκότωσαν χιλιάδες δικούς τους ανθρώπους στην πορεία; ∆ίπλα στην αµερικανική πρεσβεία στην Αθήνα υπάρχει ένας δρόµος που φέρει το όνοµα του Πέτρου Κόκκαλη, του κύριου υπεύθυνου, ως υπουργού της Κυβέρνησης του Βουνού, για το παιδοµάζωµα που έφερε ανείπωτη δυστυχία σε πολλές οικογένειες.
Η µητέρα µου, η Ελένη Γκατζογιάννη, εκτελέστηκε επειδή αψήφησε αυτή την πολιτική στέλνοντας τα παιδιά της εκτός της εµβέλειάς του. Υπάρχει κάποιος δρόµος στην Αθήνα που να φέρει το όνοµά της;
Ωστόσο, δεν ζητώ αυτό από τον δήµαρχο της Αθήνας. Η Ελένη Γκατζογιάννη δεν χρειάζεται ούτε δρόµο, ούτε άγαλµα, ούτε µνηµείο. Μνηµείο είναι το βιβλίο που φέρει το όνοµά της. Και αυτό αρκεί. Είναι ένα φορητό µνηµείο που καταγράφει τη ζωή και το µαρτύριό της, καθώς και τον θάνατο και την καταστροφή που προκάλεσαν οι Ελληνες κοµµουνιστές στη χώρα µας από το 1946 έως το 1949.
Τι γίνεται όµως µε τους χιλιάδες στρατιώτες και πολίτες που έχασαν τη ζωή τους για να σώσουν την Ελλάδα από το να γίνει άλλη µία σταλινική δικτατορία όπως οι βόρειοι γείτονές της; Ποιος τιµά τη θυσία τους; Κανένας από τους εκπροσώπους του ελληνικού κράτους, σίγουρα.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη σε τελετή στη Νορµανδία στις 6 Ιουνίου για να τιµήσει τους πεσόντες στη συµµαχική απόβαση, η οποία είχε ως στόχο την απελευθέρωση της Ευρώπης από τον ναζιστικό φασισµό το 1944, και δικαίως. Ποιος Ελληνας κυβερνητικός αξιωµατούχος, πόσο µάλλον πρωθυπουργός, έχει πάει στον Γράµµο, στο Βίτσι ή στη Μουργκάνα για να τιµήσει τους συµπατριώτες του που έχασαν τη ζωή τους πολεµώντας τους σταλινικούς στα βουνά της χώρας τους; Θυσίασαν τη ζωή τους για την υπεράσπιση της ελευθερίας, όπως ακριβώς και όσοι έπεσαν στην παραλία Οµάχα της Νορµανδίας. ∆εν θα έπρεπε το ελληνικό κράτος να τιµήσει τη θυσία τους;
Η δικαιολογία για την έλλειψη αναγνώρισης όσων έχασαν τη ζωή τους πολεµώντας την κοµµουνιστική εξέγερση στην Ελλάδα είναι ότι δεν πρέπει να ανοίξουµε παλιές πληγές και να αναβιώσουµε τις εχθρότητες που µας χωρίζουν. Ο Ελί Βιζέλ αντιµετώπιζε παρόµοια επιχειρήµατα από όσους ήθελαν να ξεχαστεί το Ολοκαύτωµα. Η απάντησή του είναι και η δική µου σε όσους θέλουν να ξεχάσουν την κοµµουνιστική τροµοκρατία του ελληνικού Εµφυλίου Πολέµου. «Εάν ξεχάσουµε, είµαστε ένοχοι, είµαστε συνένοχοι», είπε στην οµιλία του κατά την παραλαβή του Νοµπέλ Ειρήνης. «∆εν µπορέσαµε να αποτρέψουµε τον θάνατό τους την πρώτη φορά, αλλά εάν τους ξεχάσουµε, θα είναι σαν να τους σκοτώνουµε για δεύτερη φορά. Και αυτή τη φορά, η ευθύνη θα είναι δική µας».
Αυτοί οι νέοι δεν προσφέρθηκαν εθελοντικά να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Στρατολογήθηκαν από την κυβέρνηση για να υπερασπιστούν τη χώρα και ανταποκρίθηκαν σε αυτό το κάλεσµα.
Κανείς δεν λέει να αναζωπυρώσουµε τις ιδεολογικές συγκρούσεις του παρελθόντος, αλλά το να παραβλέπουµε τη θυσία χιλιάδων νέων Ελλήνων αποτελεί προδοσία των θεµελιωδών αξιών.