"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Η παλιά “χαρούμενη” γνώση (Χ.ν., 9-9-2024)

 

 

 

 

 

Η ΠΑΛΙΑ “ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ” ΓΝΩΣΗ…

 

  • «Όταν σε ζεσταίνει ο ήλιος της παιδικής σου ηλικίας, δεν κρυώνεις ποτέ!» (Πέλος Κατσέλης στη Λούκα Κατσέλη, “Τα Νέα”, 24-25/05/2008)

 

ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ άνοιξαν! Κάποια παιδιά χαίρονται, άλλα όχι, γιατί απ’ τις σχολικές αίθουσες συνήθως λείπει η χαρά της γνώσης. Μακάρι το Υπουργείο Παιδείας να περιόριζε τη χρήση της τεχνολογίας μόνο στο απολύτως αναγκαίο. Να εύρισκε τρόπους, δηλαδή, να αποσπάσει την προσοχή των παιδιών από το άψυχο και “καθηλωτικό”, ας πούμε κινητό, κατευθύνοντάς τα σε μια ελκυστική, κινητική δράση/γνώση. Η εισαγωή ολοκληρωμένων έργων λογοτεχνίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης από τον νυν Υπουργό, είναι μια ενθαρρυντική κίνηση, ακριβώς επειδή, η ανάπτυξη ευρύτητας σκέψης δημιουργεί τις προϋποθέσεις για κριτική σκέψη· η οποία με τη σειρά της, διαμορφώνει ολοκληρωμένους, σωστούς και δημοκρατικούς πολίτες.


 

… ΠΡΩΤΟΔΙΟΡΙΣΤΟΣ καθηγητής Ξ.Γ. ήλθα σ’ επαφή, πριν 50+ χρόνια, με όλα τα επίπεδα μαθητών ενός απόμακρου νησιώτικου εξαταξίου Γυμνασίου. Η Σύμη είχε 30 χρόνια να δεί ξενόγλωσσο καθηγητή! Το πρόβλημά μου, λοιπόν, δεν ήταν τα παιδιά, αλλά το πώς θα τα έπειθα να μη μισήσουν κάτι που δεν γνώριζαν και που ίσως πίστευαν πως θα τα δυσκόλευε! Έτσι, στο πρώτο μάθημα, χώρισα τον πίνακα στα δυο. Στη μια πλευρά έγραψα στα γαλλικά λέξεις που ακούγανε καθημερινά (cinema, stylo, cafe, pharmacie, cravate, kilo, barque, robe…) και στην άλλη ζήτησα να γράψουν δίπλα σε κάθε γαλλική λέξη την αντίστοιχη ελληνική! Το “παιχνίδι” άρεσε, ξύπνησε την περιέργειά τους, άναψε το ενδιαφέρον τους. Το “παιχνίδι” της γνώσης φοριόταν κι από την ανάποδη: γαλλόφερτες στην ελληνική λέξεις μεταγράφονταν στα γαλλικά (μπανάλ, κλασσικό, ματς, μαρς, ραντεβού, αλό, μερσί κ.λπ.) Οι καλύτεροι των τάξεων αμείβονταν στο τέλος της σχολικής χρονιάς, με ένα μικρό γαλλικό βιβλίο! Το διώξιμο του φόβου και η συμμετοχή στη διαδικασία της γνώσης έπειθε τα παιδιά πως λίγο η σκέψη και περισσότερο η φαντσία, είναι αυτά που οδηγούν στην πραγματική γνώση.

ΣΗΜΕΡΑ, αναρωτιόμαστε, αν η μηχανική “γνώση”, μέσω της τεχνολογίας, μπορεί να εμπνεύσει την επιθυμία για περαιτέρω μάθηση. Προσφέρει, άραγε, η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) τη χαρά της κατάκτησης της γνώσης, όταν με τη σωρεία ανακυκλωμένων πληροφοριών επί ενός θέματος αναρωτιέσαι ποια απ’ αυτές είναι εγκυρη και ποια όχι; Υπάρχει άραγε, η παλιά ικανοποίηση τής, μέσω έρευνας, ανακάλυψης της απάντησης σ’ ένα ερώτημα;

… ΞΑΝΑΘΥΜΑΜΑΙ, λοιπόν, ως “πρώτη” δασκάλα μου, την κα Χρυσούλα Κωστή (φωτό 1, δεύτερη από δεξιά) που είχαμε στην Τρίτη και Τετάρτη τάξη στο δημοτικό σχολείο (παιδόπολη “Καλή Παναγιά”, Βέροια): Κάθε φορά που έμπαινε στην τάξη, το ευφρόσυνο πρόσωπό της αποτελούσε έναν φωτεινό ήλιο που μας γαλήνευε. Μας ταξίδευε στους απίθανους κόσμους της π ρ ώ τ η ς γνώσης και σκέψης μέσα από την εληνική παιδική ποίηση και πεζογραφία που διάβαζε και ταυτόχρονα μιμούνταν. Χωρίς βίτσες και “τιμωρίες”, χωρίς φωνές και απειλές, παρά μόνο με την απέραντη αγάπη της. Ήξερε πολύ καλά με τι παιδιά είχε να κάνει, αφού τότε οι δάσκαλοί μας είχαν κι αυτοί το μερτικό τους στον ανταρτοπόλεμο (1946-1949).

 

…ΕΥΤΥΧΩΣ, στην Κρήτη δεν υπήρξε μετακατοχική μακροχρόνια εμφύλια σύρραξη. Τουλάχιστον στην έκταση που τη ζήσαμε στην Κεντρική Μακεδονία. Όμως, κι εδώ τα πράγματα δεν ήταν πάντα καλά. Τα μεταπολεμικά χρόνια στην Ελλάδα ήταν χρόνια φτώχειας, προσφυγιάς και συνεχούς πένθους. Υπήρχε μια κάποια ελπίδα μονο στα μάτια ημών των μικρών που προσδοκούσαμε τη γέννηση ενός “καινούργιου” κόσμου, καλύτερου από αυτόν των ερειπίων και του θανάτου που βιώναμε.

ΜΕ ΤΙΤΛΟ “Ο Ήλιος που μας Ζέσταινε”, η τριμηναία εφημερίδα των Αρμενιανών (“Ελευθερόπολις”, 100ο τεύχος), φιλοξενεί ένα ωραίο κείμενο της κας Μαρίας Πριπάκη-Κουντάνη. Παρ’ ότι γραμμένο πριν 28 χρόνια (Τρίπολη, 1996), δεν χάνει τη φρεσκάδα του. Έμμεσα, η συγγραφέας τονίζει το πόσο σημαντικό πρόσωπο για τη ζωή μας είναι ένας καλός πρώτος δάσκαλος. Και αποδεικνύεται τυχερή αφού, σύμφωνα με το παρακάτω απόσπασμα του κειμένου της, είχε στην Πρώτη Δημοτικού μια υπέροχη δασκάλα, με πρωτότυπη μέθοδο διδασκαλίας:

 

«(…) Τα µικρά» περιµέναµε αµήχανα το πρώτο κουδούνι. Βρεθήκαµε σε λίγο στην ακρινή επάνω αίθουσα µαζί µε τη Δευτέρα τάξη. Στη µεσαία η Πέµπτη και Έκτη και στην άλλη η Τρίτη και η Τετάρτη. Η καλή τύχη µας χαµογέλασε. Πρώτη µας δασκάλα η Κυρά-Κατίνα Τζουστάκη-Παπαγιαννάκη! Ήρεμη, γλυκιά, γεµάτη καλοσύνη ακόµη κι όταν ήταν ανάγκη να είναι αυστηρή.

Κάθε µέρα µε τον τρόπο της γαλήνευε την ψυχή µας: «Παιδιά µου, µια µέρα περπατώντας άκουσα ένα τραγούδι τόσο ωραίο που νόµισα πως τραγουδούσαν αγγελούδια. Μπήκα µέσα και είδα παιδάκια σαν κι εσάς. Ελάτε να το µάθουµε κι εµείς». Για σκέψου µοιάζουµε µε αγγέλους! Όµως τα δύσκολα πως θα τα µάθουµε; Να εκείνο εκεί το γράµµα που µοιάζει µε µασκαρά, αναρωτιόµαστε εµείς. Μα η κυρία µας ξέρει να τα κάνει τόσο εύκολα. «Ακούστε. Θυµάστε το ε; Κάποια µέρα έλειπε η µητέρα του από το σπίτι. Αφού διάβασε όλα τα µαθήµατά του, δεν είχε τι να κάνει. Βρήκε λοιπόν ένα καπέλο και το φόρεσε. Να έτσι ξ. Και έγινε µασκαράς! Βγήκε στο δρόµο και κανείς δεν γνώριζε το ε. Το φώναζαν από τότε ότι ήταν µασκαρεµένο, ξ

 

Και πάλι αυτό το ει θα το λέµε ι. Το ε και το ι ήταν αγαπηµένα αδερφάκια. Όταν αρρώστησε η µητέρα τους, έτρεξαν στο σπίτι της θείας τους να τη φωνάξουν. Χτύπησαν την πόρτα, άνοιξε η θεία κι εκείνα κλαίγοντας άρχισαν να λένε η…, η…, η µαµά µας είναι άρρωστη. Μετά απαυτό, όταν τα έβλεπαν δίπλα-δίπλα τα έλεγαν ι ».

Τόσο απλά µας πρόσφερε τη γνώση! Στο φτωχικό ξύλινο τραπέζι-γραφείο υπήρχε πάνω η κυδωνένια βίτσα. Δεν θυµάµαι, δύο χρόνια να τη χρησιµοποίησε για τα χέρια µας. (…) Δεν αδιαφόρησε ποτέ για κάποια παιδιά πιο φτωχά από τα φτωχά, µιας και ήταν χωρίς γονείς. Θυµάµαι το δεµατάκι που άφηνε απλά µπροστά στο θρανίο, λέγοντας: «αυτό σου το στέλνει ο Γγέλης». Τι περίεργο όνοµα! Όµως θα είναι τόσο καλό παιδί αφού νοιάζεται για ορφανά παιδιά, σκεφτόµουν.

Επόµενο ήταν να λατρέψουµε το Σχολειό µας, να αγαπήσουµε τον Άνθρωπο και τη γνώση. Υπήρχε ένας Ήλιος να διώξει το σκοτάδι του νου και της ψυχής µας και να µας ζεστάνει: η πρώτη µου δασκάλα, η Αικατερίνη Τζουστάκη-Παπαγιαννάκη. Αλήθεια ποιος είπε πως όταν ο ήλιος ζεστάνει την παιδική µας ψυχή δεν κρυώνουµε ποτέ; (…)” [Μ. Πριπάκη-Κουντάνη Τρίπολη, Φθινόπωρο 1996]

 

… ΗΤΑΝ τότε που η πραγματική γνώση προερχόταν από την ίδια τη ζωή, την προσωπικότητα και την αφοσίωση του δασκάλου.

ΚΑΛΗ νέα σχολική ΧΡΟΝΙΑ! (Στ.Γ.Κ., 6-9-24, stcloris@gmail.com)

 


Σχολιάστε