"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Για το βιβλίο ‘Τα Παιδοπολίτικα”, γράφει ο Νίκος ΚΑΡΑΠΙΠΕΡΙΔΗΣ, φιλόλογος-σεναριογράφος, συμφοιτητής στο ΑΠΘ.

 

 

 

 

 

 

[ΜΕ ΤΟ ΝΙΚΟ ΚΑΡΑΠΙΠΕΡΙΔΗ,

η γνωριμία μας κρατέι πολλά-πολλά χρόνια. Ήδη, ως συμμαθητές στο Γυμνάσιο και αργότερα ως συμφοιτητές-αυτός

στην Ελληνική Φιλολογία, εγώ στη Γαλλική-και οι δυο στη στη Φιλοσοφική του ΑΠΘ (1961-1966), ζήσαμε πολλές και ωραίες στιγμές.

Δεν ήταν μόνο τα ζόρια μας να περνούμε στις εξετάσεις και να διαβάζουμε ατέλειωτες ώρες στο Ε’, ούτε το πως θα διασκεδάσουμε.

Για θυμήσου, ρε Νίκο, τις καντάδες που λέγαμε εκεί στα σοκάκια της Παναγίας Φανερωμένης, στο κορίτσι του Σταυριανού Αγοραστού

και το νερό που φάγαμε κατάμουτρα;

Θυμάσαι και τα πολιτιστικά μας δρώμενα, την έκδοση του περιοδικού “Μήνες”, τη δημιουργία του ΦΟΘΚ ( θυμήσου τη θεατρική παράσταση στο Βασιλικό Θέατρο;),

τις συνεδριάσεις με τον Δημητριάδη (είναι άραγε, αυτός που έγραψε το “Πεθαίνω  σαν χώρα”;), το νεολαιίστικο Σύλλογο που έφτιαξες στη Νεάπολη,

την πρώτη μου διάλεξη εκεί,  σχτική με την τεχνική των “Δέκα Εντολών” του Σεσιλ Ντε Μίλ, το πινγκ-πονγκ με τον κ. Χρύση κ.λπ.;


Φίλε μου, γιατί να μην είσα τόσο χειμαρρώδης σήμερα;


Και γιατί να μη Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ;

====================================================================================

Λιγες σκέψεις, άτακτες, εντελώς προσωπικές…εξ αφορμής του βιβλίου του Στ.Γ. Κλώρη

(Σταύρου Καλαϊτζόγλου), Χανιά 2023, Τα Παιδοπολίτικα-από την απώλεια στην καταλλαγή” .

 

Με το Νίκο (στο κέντρο) σε εκδρομή, εγώ δεξιά του.

———————————————————

 

1.-Τίποτε τόσο δικό μου, όσο το βιβλίο τούτο! (Ένα γράμμα, σ’ ένα φίλο στενό, …60 και πλέον χρόνια μετά!)

 

Η πρώτη εντύπωση

…Και μια μέρα του καλοκαιριού του 2023 παίρνω ένα τελείως απρόσμενο τηλεφώνημα από την Κρήτη. Το τηλεφώνημα με ταρακούνησε για τα καλά και στο μυαλό και στην ψυχή κυρίως, ευχάριστα και πολύ συγκινησιακά.

Και γυρίζω πίσω, 60 και πλέον χρόνια, και προσπαθώ να θυμηθώ … και κουβεντιάζω με το στενό φίλο και συμμαθητή μου που έφτιαξε τη ζωή του στην Κρήτη… και να περιμένω να μου στείλει βιβλία που έγραψε και άρθρα και άλλα.

Και λίγες μέρες αργότερα παίρνω ένα φάκελο. Ανοίγω το φάκελο και βλέπω 2 βιβλία μέσα, γραμμένα από το φίλο μου…Και νιώθω χαρά ανείπωτη και συγκίνηση μεγάλη…και λέω τα πρώτα μου λόγια

«Μπράβο φίλε μου, από μικρός φαινόσουνα ότι τρανός θα γένης». Και πιάνω στα χέρια μου το μεγαλύτερο βιβλίο…

Και κοιτάζω το εξώφυλλο προσεκτικά. Ένα τσούρμο παιδιά, στην κρίσιμη εφηβική ηλικία, με το πιο μεγάλο χαμόγελό τους, με τα κορμιά τους ενωμένα σαν ένα σώμα, με καλοδέχονται και… με παίρνουν μαζί τους…

Δεν ξέρω πώς, πότε και γιατί στήθηκε αυτή η φωτογραφία. Σίγουρα υπήρχαν λόγοι…όμως η επιλογή της φωτογραφίας από το συγγραφέα στέλνει σε μένα τον αναγνώστη ένα δικό του μήνυμα ενότητας και αισιοδοξίας…Και διαβάζοντας τον υπότιτλο κι εξετάζοντας τις λέξεις σκέφτομαι «εμείς τα «Παιδοποληπαιδάκια», τα ορφανά και των δύο πλευρών, «συμβιώσαμε αρμονικά , μέσα στις Παιδοπόλεις, εκείνη τη δύσκολη περίοδο και φτάσαμε – ξεπερνώντας τα πολλά και μεγάλα τραύματά μας χάρη στη βοήθεια και την προσφορά των Παιδοπόλεων – «απ’ το χαμό, την καταστροφή, την έχθρα και το θάνατο στη γαλήνη, τη συμφιλίωση και στη φιλία μεταξύ μας. Γι’αυτό χαιρόμαστε, γι’ αυτό χαμογελάμε…ενωμένοι.»

 


Αυτό καταλαβαίνω από τη φωτογραφία και τον υπότιτλο. Και νιώθω πως πολύ ήθελες να τα πεις και να τα γράψεις. Και χαίρεσαι που τα είπες και τα έγραψες… Γι’ αυτό χαμογελάς πλατιά…φίλε μου”.

 

11 – 6 – 2023

=========================================

2.-Τίποτε τόσο δικό μου, όσο το βιβλίο τούτο!

Κι ανοίγω ένα βράδυ, αργά, το βιβλίο. Και μαζί ανοίγω τα μάτια και τα αυτιά μου, το μυαλό και την ψυχή μου…Κι αρχίζω να ταξιδεύω μέσα από τις σκέψεις, τα λόγια, τις περιγραφές και τις αναμνήσεις σου, φίλε μου.

Μπορεί στην εφηβική μου ηλικία να είχα πράγματα δικά μου, ολότελα δικά μου, κερδισμένα βέβαια με πολύ παιδικό κόπο και ιδρώτα, αλλά τίποτε δεν νιώθω τόσο δικό μου, όσο τούτο το βιβλίο.

Τίποτε δεν μίλησε μέσα μου τόσο, όσο το βιβλίο αυτό…Τίποτε δεν με συγκίνησε τόσο, όσο τα λόγια και η σκέψη σου, η ειλικρίνεια, η τρυφερότητα και τα γνήσια «καθαρά» συναισθήματά σου.

Το διαβάζω λίγο – λίγο, ένα αφήγημα κάθε φορά, αργά το βράδυ και πιάνω σε κάθε σχεδόν αφήγημα σημεία, μικρά ή μεγαλύτερα, που με ταρακουνάνε, μου δημιουργούν ψυχικά σπαρταρίσματα και μου φέρνουν βουβά δάκρυα…( Δεν ντρέπομαι να ομολογώ πια ότι τα δάκρυα στην ηλικία μου έρχονται εύκολα).

Σταματώ το διάβασμα βουρκωμένος και σκέφτομαι ξανά και ξανά… γιατί με «πιάνουν» τόσο πολύ τα γραφόμενά σου, φίλε. Κι εξληγηση δεν βρίσκω, παρά μόνο ετούτη: ήσουν χρόνια μαζί μου και τίποτε συγκεκριμένο δεν ήξερα για σένα. Δεν παραπονέθηκες, δεν γκρίνιαξες ποτέ, δεν κακολόγησες κανένα και τίποτε. Ήσουν μόνο το καλό παιδί, ο καλός μαθητής, ο καλός φίλος και… γενικά κι αόριστα ένα ταλαιπωρημένο παιδί, όπως και τα μισά παιδιά της τάξης μας. ( και τα άλλα παιδιά σίγουρα γνώρισαν ταλαιπωρίες, αλλά τέτοια και τόσα «άγρια» στη μικρή σου ηλικία; Αυτό είναι. Το έγραψες κυρίως για τους φίλους σου, για τους συμμαθητές σου, για να μάθουν , να ξεστραβωθούν και να χαίρονται τη ζωή…αλλά και ως τεκμήριο σταθερής ευγνωμοσύνης προς όλους, όσοι σας βοήθησαν παντοιοτρόπως.

Δεν ξέρω να κρίνω βιβλία ούτε μπορώ να μιλήσω για βιβλία και συγγραφείς . Γράφω μόνο αυτά που σκέφτομαι και νιώθω εξαιτίας αυτών που διαβάζω. Διαβάζοντάς σε διαισθάνομαι πως, συνειδητά ή ασυνείδητα, έχεις διαμορφώσει μια τεχνική : κάτι ασήμαντο φαινομενικά ( ένα όνομα, μια συνάντηση, κάτι τέλος πάντων) γίνεται αφορμή να γυρίσεις στα μικράτα σου, να θυμηθείς και να μιλήσεις – πόσο ήρεμα, πόσο τρυφερά, πόσο συμπονετικά και συγκινητικά, αλλά και κάποιες στιγμές τσεκουράτα αλλά με ειλικρίνεια – για τα ορφανά του «ανταρτοπόλεμου» ή « τα μπάσταρδα της Φρειδερίκης» και τη ζωή τους στις Παιδοπόλεις. (Ομολογώ πως εμείς, τα παιδιά της πόλης, στην ηλικία σου, χαμπάρι δεν είχαμε). Και κλείνεις την αφήγησή σου με κάτι απολύτως προσωπικό : ένα συμπέρασμα, μια βεβαιότητα ή μια αιτιολόγηση.

Πόση αλήθεια και πόση ομορφιά για παράδειγμα έχει το συμπέρασμά σου στο αφήγημα « Η τάξη του κ. Στρατή» = « Αντιλήφθηκα….εμφύλιο. Η ατίθαση μνήμη μου…να μου φανερώσει ξανά τα παλιά».

Πόση σιγουριά και πόση τραγική βεβαιότητα έχει το τέλος στο «Εσύ, από ποια πλευρά ήσουν;»= «…για μένα ούτε αριστερά…ατέλειωτου πένθους» αλλά και πόσο μεγαλείο ψυχής, όταν γνωρίζεις τι τράβηξες!

Δεν έχω ακούσει ούτε έχω διαβάσει πιο τρανταχτή και πειστική αιτιολόγηση της προσωπικής στάσης ζωής από τα όσα αναφέρεις ως τέλος στο αφήγημα « Μαμά…πάτησα…σκα…!» = « εκείνη η μυρωδιά…οι λαίμαργες φλόγες..οι πυκνοί μαύροι καπνοί…η τρελή ανυπακοή της μάνας μου… «γέννησαν»…την πρώτη κι αμετάκλητα αρνητική μου στάση απέναντι σε κάθε ολοκληρωτική ιδεολογία…». Ούτε θεωρίες ούτε ιδεολογήματα ούτε σοφίες διανοουμένων…τι περιγραφή, τι τρομερές εικόνες και πόση βαθιά σοφία εκφράζει « το φλεγόμενο σχολείο…κι ο τρελός χορός της πυρπόλησης της γνώσης…και η πιθανότητα ότι οι αριστεροί μισούσαν τη γνώση». Κι επειδή δεν γράφω κριτική αλλά αυτά που νιώθω και σκέφτομαι εξαιτίας αυτών που διαβάζω, πολλές φορές και σήμερα αναρωτιέμαι αν οι φαφλατάδες ανανεωτικοί και προοδευτικοί αγαπούν ή μισούν τη γνώση, αν τιμάνε το ψωμί που τρώνε, αν αμφιβάλλουν μήπως ενδεχομένως κάνουν λάθος κι έχουν τη διάθεση να αποδεχτούν τα αυτονόητα και ολοφάνερα. Και πόσο αλλιώτικο – έτσι φάνηκε σε μένα – γίνεται το ύφος του λόγου σου, όταν μιλάει ο παιδοπολίτης ΙΩΝΑΣ : ύφος αυταρχικό, διχαστικό, εξουσιαστικό και στάση επίμονη στους διαχωρισμούς. Και κάτι απολύτως προσωπικό, συγγνώμη: γνώρισα πολλούς τέτοιους. Είναι η λεγόμενη «γενιά των δράκων», που τα ξέρουν όλα, που έχουν πάντα δίκιο, που δεν ανέχονται τη δεύτερη ή διαφορετική γνώμη, που η ψυχή τους… σταματάω εδώ.

Καλέ μου φίλε

Να είσαι καλά .

Να χαίρεσαι την κάθε μέρα με όλες σου τις αισθήσεις και να λες πάντα «Δεν είμαι αχάριστος».


13 Ιουνίου 2023

======================================================

 

3.-Τίποτε τόσο δικό μου, όσο το βιβλίο τούτο!

“Βράδυ αργά. Και καθόμαστε, εσύ, κι εγώ με το βιβλίο και με ένα μαρκαδόρο. Χαλαροί, χωρίς κανόνες, χωρίς σκοπούς… και ξεφυλλίζω ξανά και ξανά το βιβλίο και υπογραμμίζω κομμάτια που μου αρέσουν και ερεθίζουν τη σκέψη μου… και πιάνω κουβέντα μαζί σου.

Α) Αντίδωρο : αντί δώρου άλλο δώρο. Τι ωραία επιλογή! Πόσο ωραία και συγκινητική αφιέρωση! Πριν από όλους και πάνω από όλα η μάνα. Της το χρωστούσες νιώθω, σ’ έκαιγε, σ’ έτρωγε. Γι’ αυτό το έγραψες. Για να γράψεις καλά – λένε αυτοί που ξέρουν – πρέπει να έχεις μέσα σου κάτι που σε καίει, κάτι που πρέπει να το βγάλεις από μέσα σου, για να ηρεμήσεις. Πριν και πάνω από όλα η μάνα, το ξαναλέω. Αλίμονο στα παιδιά που δεν το νιώθουν και δεν το καταλαβαίνουν.

Β) Αποχωρισμοί»: και τι περιγραφή της μάνας σου και των συνθηκών ζωής σας και της σχέσης σου με τη μάνα…; μαχαιριά. Και πόσο ανελέητα φέρθηκε η ιστορία στον Παππού και στη Γιαγιά σου; Άλλο να το διαβάζεις κι άλλο να το βιώνεις ; τα πράγματα είναι τρομακτικά και σου προκαλούν ανατριχίλα. Μιλάνε μόνα τους. Δεν χρειάζονται ωραία λόγια. Η απλή καταγραφή αρκεί… αυτό κάνεις ( σελίδες 31 – 32). Με την τέχνη του λόγου σου δείχνεις την αγάπη σου για τη μάνα σου και τον καημό σου στο « Η επίσκεψη »= Όταν ξαναντίκρισα…σελ. 56 μου’ φυγαν ο πυρετός κι ο βήχας. Έκλαιγα χωρίς να ξέρω… από κρυφό παράπονο… επειδή έλειπε από κοντά μου. σελ.57.

Γ) Λογική παρατήρηση για όλα τα παιδιά και για τις παιδοπόλεις. Η παρουσίαση των συνθηκών ζωής των ορφανών με τις κατεπείγουσες ανάγκες και τον κίνδυνο της πείνας και του θανάτου μου δίνει (και σε όλους βέβαια όσοι δεν ήξεραν) τη γνώση που μου έλειπε και με αναγκάζει να ομολογήσω και να διακηρύξω ότι οι Παιδοπόλεις πρόσφεραν έργο, «ζωή» και «στηρίγματα» και δικαίως της αποδίδεις την ευγνωμοσύνη σου και φωνάζεις την αγάπη σου προς τους ανθρώπους της, για τους οποίους μιλάς με λόγια γλυκά και τρυφερά. Κι εγώ που ξέρω πως α) ο άνθρωπος πλάθεται από το γενετικό του υλικό, τις συνθήκες ζωής και τη δική του βούληση και β) ότι όλα αυτά τα παιδιά – παρά τα τραύματά τους – πρόκοψαν πολύ αναρωτιέμαι τι δύναμη ψυχής είχατε και τι θέληση για να μπορέσετε να σταθείτε όρθιοι, να τραβήξετε μπροστά, να προκόψετε… και να χαμογελάτε όλο ευφροσύνη και ζωντάνια; υποκλίνομαι τώρα που ξέρω και σας αποδίδω ένα χαρακτηρισμό αυθόρμητα : μικροί, ήρωες /μεγάλοι, σπουδαίοι άντρες.

 

Δ) Για την «τέχνη του λόγου» σου,χωρίς την άδεια των ειδικών, διαισθάνομαι

_ τεχνική οργάνωση σε κάθε αφήγημα, χωρίς να λείπει ο αυθορμητισμός,

_ βαθιά φιλοσοφική σκέψη που, συχνά, κλείνει επιλογικά ένα αφήγημα, όπως για παράδειγμα (σελ 24 στο «Εσύ από ποια πλευρά ήσουν; », η τελευταία σκέψη σου στο « Μαμά… πάτησα…σκα!» , το μάθημα που πήρες από το θείο ΚΥΡΙΑΚΟ και η σκέψη σου για τη « Συγχώρεση»

_ ταλέντο στο να μετατρέπεις τις μνήμες σε εικόνες, σκέψεις, συμπεράσματα. ( Πώς θυμάσαι, φίλε μου, τόσα πράγματα, τόσο έντονα; Είναι το μέγεθος του κακού που κάνει τη μνήμη δυνατή, για να μη ξεχάσουμε;)

Ξαναγράφω κάτι που το διαβάζω κάθε φορά που κρατάω το βιβλίο στα χέρια μου; «Χριστούγεννα του 1948.

Μουτράκια μελαγχολικά. Μεγάλα θλιμμένα μάτια, μπλάβα χείλη, ισχνά κορμάκια. Ω, εκείνα τα μεγάλα πικραμένα παιδικά μάτια που έλεγαν πολλά και έκρυβαν περισσότερα! Σβησμένα κιόλας, γερασμένα, ζώντας σε ένα κόσμο σκληρό στα 6 ή 7 χρόνια της ζωής τους.»

Σ’ ευχαριστώ


Καβάλα 16 Ιουνίου 2023

 

ΥΓ: Πάω να δω τα εγγόνια μου και ίσως και τον Κώστα τον Μπότσικα..

 

===========================================================

 

 


Σχολιάστε