"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Ψυχές του Νοέμβρη (Χ.ν., 26-11-18)

 

 

 

 

 

ΨΥΧΕΣ ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΗ

  • «Η μνήμη δεν αποτελεί, άραγε, ένα ταξίδι στο χρόνο [Jacques Lacarrière,  στο « Le Monde de l'éducation », Ιούλιος-Αύγουστος 2001]

ΥΠΑΡΧΟΥΝ μήνες με φως και μήνες με σκότος, μήνες χαράς και μήνες περίσκεψης, μήνες ζωής και μήνες θανάτου.

Ο ΝΟΕΜΒΡΗΣ ανήκει στους δεύτερους, χωρίς να φταίει γι΄ αυτό ο καιρός του! Είναι ένας μήνας συσσώρευσης «αγίων» και γεγονότων πόνου: μιλώ για τον δικό μου Νοέμβρη που ταυτίζεται με τη θλίψη και την αναπόληση…

… ΣΤΟ τηλέφωνο η κατά τρία χρόνια μεγαλύτερη αδελφή μου. Τη ρωτώ, αν θυμάται κάτι που να εξηγεί τη δυσθυμία των ημερών! Όχι, δεν οφείλεται στα νεκρά παιδιά του Πολυτεχνείου (1973), oύτε στην επικαιρότητα του Μεγάλου Πολύνεκρου Πολέμου (1914-1918) και στην απαρχή των δεινών του Κυπριακού. Ούτε  στο Γοργοπόταμο και την καπηλεία του από ορισμένους. «Η βαρυθυμιά σου», μου λέει, «πηγάζει από τα μετέπειτα  γεγονότα που ζήσαμε στα μικράτα μας: τον Εμφύλιο. Η μνήμη σου, ή τα έχει μυθοποιήσει ή τα έχει καταχωνιάσει με το χρόνο. Ίσως και να τα διέγραψε, αφήνοντας μόνο αδιόρατες οδυνηρές σκιές να πλανώνται στο μυαλό σου. Απαλλάξου από αυτές!»

ΠΡΑΓΜΑΤΙ, είναι φορές που νιώθω να με επισκέπτονται πρόσωπα που δεν υπάρχουν πια. Όμως οι βιαιοθάνατες εικόνες τους ρίζωσαν βαθιά στην ψυχή. Με το πέρασμα δε των χρόνων, ο μεγάλος πόνος -ο μνησιπήμων πόνος * -είναι αυτός που «αποκαθαίρει»  την ψυχή, όπως η ψιλή φθινοπωρινή βροχούλα καθαρίζει τα ασημένια φύλλα μιας κρητικής ελιάς!

 

 

ΤΗΝ κακοκεφιά επιτείνει και το τραγούδι που άκουσα τη βραδιά της 45ης επετείου της 17ης του Νοέμβρη: τραγούδι που μιλάει για «ταξιδιάρικες» ψυχές (1) που σαλπάρουν για τα μέρη μας:

«Καράβια μοιάζουν οι ψυχές/ κι ανέμους να ζητήσεις

ταξιδευτές στ’ αμπάρια τους/ σαλπάρουν οι αναμνήσεις

Μαλαματένια άγκυρα/ και χρυσαφένιοι κάβοι

πιάνουν και δένουν στη ζωή/ για λίγο το καράβι

Καράβια μοιάζουν οι ψυχές/ στο χρόνο αρμενίζουν

τις νύχτες έχουν οδηγό/ τ’ αστέρια του φωτίζουν»

ΑΝΤΙΒΑΡΟ, λοιπόν, και για τις στενοχώριες που η «αριστερόστροφη» καθημερινότητα μας φέρνει, αποτελεί η τέχνη. Για τους απογενόμενους, μόνη φροντίδα και θυμίαμα η ποίηση που με λίγες λέξεις αιχμαλωτίζει εικόνες και βιώματα του παρελθόντος:

 

 

 

«Πώς περνάει η ζωή,/ Πώς σιμώνει ο θάνατος τόσο σιωπηλός…» (Jorge Manrique, Καταλανός ποιητής, 1440-1478)

 

«… Μιαν αστραπή ο θάνατος» (Το λεν΄ οι Κρητικοί)

Μια χαρακιά είν΄ η ζωή…/ Ρωγμές του χρόνου οι χαρές

Και οι απογενόμενοι,/ παλιές αγιογραφίες, ξέθωρες

σ’ ερημωμένες εκκλησίες…

Σαράντα χρόνους  έγκλειστος/ εγώ με τους νεκρούς μου

Να ζήσω, λέω πια/ αυτό που αυτοί δεν έζησαν!

…Φτωχή ψυχή μου ξαναστοίχειωσες/ φαντάσματα αναμετρώντας!» (2)

ΕΙΝΑΙ μια ιδιαίτερη ποίηση, η ποίηση του μεσονιόβρη: συνδιαλέγεται, αγγίζει το μετέπειτα, συμποσιάζεται με τις ψυχές (3) ανιστορώντας όλα εκείνα που η πένα της Ιστορίας γράφει και ξεγράφει. Οι ψυχές μας (4) δεν είναι άραγε γεννημένες και μόνο να αγαπούν και να αγαπιούνται, σαν τα πουλιά που γεννιούνται για να πετούν; Κι όταν συναπαντιόμαστε στα όνειρα μ΄ αυτές, τί άλλο θα μπορούσαμε να πούμε παρά τα λόγια του Λιβανέζου στοχαστή και ποιητή Χαλίλ Γκιμπράν (5);

«(…)Η ψυχή μου με συμβούλεψε και μ’ έμαθε να διακρίνω την κρυμμένη ομορφιά του δέρματος, του παραστήματος και του χρώματος. Με δίδαξε να στοχάζομαι εκείνο πού οι άνθρωποι ονομάζουν άσχημο μέχρι ν’ ανακαλύψω την αληθινή του γοητεία κι ομορφιά.

Πριν ή ψυχή μου με διδάξει, έβλεπα την ομορφιά σαν ένα τρεμάμενο πυρσό ανάμεσα σε στήλες καπνού. Τώρα που ο καπνός έχει διαλυθεί, δε βλέπω τίποτε άλλο από τη φλόγα.

-Η ψυχή μου μού μίλησε και μου δίδαξε ν’ ακούω τις φωνές που η γλώσσα, ο λάρυγγας και τα χείλη δεν μπορούν να προφέρουν.

Πριν ή ψυχή μου μού μιλήσει, δεν άκουγα παρά θόρυβο και θρήνους. Αλλά τώρα πρόθυμα παραστέκομαι στη Σιωπή κι αφουγκράζομαι τις χορωδίες της πού τραγουδούν τους ύμνους των εποχών και τα τραγούδια του σύμπαντος που αναγγέλλουν τα μυστικά του Αόρατου.

(…)-Η ψυχή μου μού μίλησε και μου είπε, «Μη μετράς το Χρόνο λέγοντας, Υπήρξε το χθες και θα υπάρξει το αύριο!»

Μα πριν ή ψυχή μου μού μιλήσει, φανταζόμουν το Παρελθόν σα μια εποχή πού ποτέ δεν ξαναγύριζε και το Μέλλον σα μια εποχή πού ποτέ δεν μπορούσα να τη φτάσω. Τώρα καταλαβαίνω ότι ή τωρινή στιγμή περιέχει όλο το χρόνο, και μέσα σ’ αυτήν υπάρχουν όλα όσα μπορεί να ελπίζει κανένας, να κάνει και ν’ αντιληφθεί.

(…)-Η ψυχή μου μού μίλησε και μου είπε, «Να μη χαίρεσαι με τον έπαινο και να μη θλίβεσαι με την κατηγορία».

Πριν ή ψυχή μου μού μιλήσει, αμφέβαλα για την αξία του έργου μου. Τώρα καταλαβαίνω ότι τα δέντρα ανθίζουν την άνοιξη και καρπίζουν το καλοκαίρι χωρίς ν’ αναζητούν τον έπαινο και ρίχνουν τα φύλλα τους το φθινόπωρο και γυμνώνονται το χειμώνα χωρίς να φοβούνται την κατηγορία.»

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

-(1) Τρίφωνο: «Καράβια μοιάζουν οι ψυχές» (cd 2003) [Με κεντρικό θέμα του album την ευαίσθητη μελωδία "Καράβια μοιάζουν οι ψυχές", η Ερωφίλη, ο Νίκος Κουρουπάκης και ο Δημήτρης Υφαντής, ένωσαν το ταλέντο τους και δημιούργησαν ένα πρωτότυπο, πολύ δυνατό group στο χώρο της δισκογραφίας].(https://kithara.to/stixoi/NDQwMDQ5MzY1/karabia-moiazoun-oi-psyxes-trifono-lyrics)

-(2) Στ.Γ.Κλώρης, «Ρωγμές του Χρόνου», ποίημα από τη βραβευμένη ποιητική συλλογή «Η Άλλη Χώρα» (Χανιά, 2003), σελ. 43

-(3) Ψυχή (θρησκευτική σημασία): η άυλη πνευματική φύση τού ανθρώπου, που μετέχει στη θεϊκή ουσία και θεωρείται αθάνατη, συνεχίζει δηλ. να υπάρχει και μετά το θάνατο, αφού αποχωριστεί από το σώμα: η αθανασία | η σωτηρία τής ~ || το σώμα είναι η κιβωτός τής ~|| ο Θεός ν’ αναπαύσει την ~ του || η ~ είναι η εικόνα τού Θεού, διότι φέρει εγγεγραμμένη στο βάθος της την έννοια τού καλού και μια έλξη για ό,τι είναι σύμφωνο με τον Θεό (Λεξικό Μπαμπινιώτη)

-(4) Λένε πως η ψυχή είναι η υπέρτατη αρχή, με την οποία σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε. Ακαθόριστη στην ουσία της δεν εξαρτάται από το σώμα. Παραδεχόμαστε όλοι την ύπαρξή της, χωρίς ποτέ η επιστήμη να μπορέσει να συλλάβει το περιεχόμενό της και να το αναλύσει!

-(5) Khahlil Gibran, 1883-1931), «Σκέψεις και διαλογισμοί», εκδ. Μπουκουμάνη, μετάφρ. Ευ. Γράψας, Αθήνα, 1974. (μερικά αποσπάσματα)

—————————

* Αισχύλου, «Αγαμέμνων», στ. 179:  «στάζει δ’ ἀνθ’ ὕπνου πρὸ καρδίας μνησιπήμων πόνος» (=στάζει στον ύπνο, μπρος στην καρδιά, της συμφοράς ο καημός -κατά Γ. Σεφέρη)

 

 


Σχολιάστε