"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Οι μυστικοί μας κόσμοι… (Χ.ν., 15-10-18)

 

 

 

 

 

ΟΙ ΜΥΣΤΙΚΟΙ ΜΑΣ ΚΟΣΜΟΙ

«…Μα σαν σε ξαφνική σιωπή ακούν

Ένα παιδί Ονείρου να περνάει

Σε χώρα άγνωστη, καινούργια, θαυμαστή

Και με πουλιά και ζώα να μιλάει,

Αν είν’ αλήθεια ή ψέμα δεν ρωτάει…»  (1)

Ο ΟΚΤΩΒΡΗΣ συμβολίζει το «φθινόπωρο» της φύσης και της ζωής: είναι η εποχή που, με τις εικόνες φθοράς γύρω μας, ανατρέχουμε σε παλαιότερους καιρούς. Πες από νοσταλγία, πες από ανάγκη παραμυθίας για το αμετάκλητο του χρόνου.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ, λοιπόν, ερχόμαστε αντιμέτωποι με δυο κόσμους: τον πραγματικό που βιώνουμε και τους άλλους –τους κρυφούς κι απόκρυφους- της φαντασίας μας. Λόγοι επιβίωσης και αυτοπροστασίας μάς ωθούν στο να κρατούμε στα βάθη της ψυχής μας κάποιο «άβατο» στο οποίο να μπαίνουμε μόνον εμείς: να επουλώνουμε τις «πληγές» ή να ανασκαλεύουμε «τα άδηλα και τα κρύφια» της ύπαρξής μας. Καταφεύγουμε εκεί από αντίδραση για τον παρόντα κόσμο. Όπως, ας πούμε τώρα που διατυμπανίζεται μια χαρούμενη «μεταμνημονιακή» περίοδος, ενώ όλα τα προβλήματά μας επιδεινώνονται!

ΣΤΟ απόκρυφο κρησφύγετό του και ενώπιος ενωπίω βιώνει ο καθένας τις δικές του «πραγματικότητες» και φαντασιώσεις. Άλλοτε έχουμε να παλέψουμε με «κόσμους»  εφιαλτικούς, όταν  το παράλογο της ζωής παρεισφρέει ασύμμετρα στην ύπαρξή μας, άλλοτε με ήρεμους κόσμους. Έτσι, δεν είναι τυχαία η φράση του Ζ.Π. Σάρτρ, «L’ enfer, cest les autres» (=η κόλαση, είναι οι άλλοι)(2). Σήμερα, σε ιδιαίτερα  «κολασμένους» καιρούς απαιτείται περισσότερη «ψυχική αντοχή», ψυχραιμία, υπομονή. Και κυρίαρχη τη λογική, γιατί και τα «τέρατα» της φαντασίας σκοτώνουν καμιά φορά!

ΟΙ ΚΟΣΜΟΙ μας φτιάχνονται από υλικά του παρόντος ή του παρελθόντος: παιδικότητα, εφηβεία, ωριμότητα. Πλαισιώνονται από την παιδεία και την ιδιοσυγκρασία μας, τις επιλογές ή τις αστοχίες μας, τις φαντασιώσεις και τις επιθυμίες μας, τις μουσικές μας (καημένε Αζναβούρ «έφυγες» κι εσύ), την κλίμακα των αξιών μας. Ταξιδεύουμε «παλίνδρομα» με τη μνήμη αναθιβάνοντας ιστορίες διανθισμένες από «μυθικά πλάσματα». Αν αρχίσουν όμως να μας κυριαρχούν φοβίες και παράνοιες πλασμένες από λέξεις ή συμπεριφορές άλλων, ε, τότε και η πραγματικότητα μάς φαίνεται τρομακτική, με ό,τι συνεπάγεται για τον ψυχισμό μας.

 

 

 

ΣΤΟΥΣ ΜΥΣΤΙΚΟΥΣ μας κόσμους κουρνιάζουν τα ωραιότερα νεανικά μας χρόνια: τότε που θέλαμε να πράξουμε πολλά, να κατακτήσουμε τον κόσμο, όμως δεν κάναμε τίποτε! Το ανεκπλήρωτο πολλές φορές συμβαδίζει με ανομολόγητες επιθυμίες, κακές ή λάθος εκτιμήσεις προσώπων και καταστάσεων. Στους κόσμους μας βρίσκουν καταφύγιο -και «διέξοδο»- μια καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, το ανέκφραστο στη ζωή μας, η πίκρα από την ανεπάντεχη «ερήμωσή» μας.

ΑΝ και οι κόσμοι αυτοί προσφέρουν άφθονο χρόνο για περίσκεψη και συνδιαλλαγή, η ανέλεγκτη δίνη των γεγονότων γύρω, μας παρασέρνει σε τρελά «παιχνίδια του νου»: κακίζουμε τον εαυτό μας για τη δοτικότητά μας σε φίλους που δεν την άξιζαν. Ή, βασανιζόμαστε ακατανόητα από το ερώτημα «πού έσφαλα;» ενοχοποιώντας άδικα τον εαυτό μας! Στους φαντασιακούς μας κόσμους ο χρόνος είναι αδέκαστος κριτής κι  επίμονος τιμωρός. Όταν τα έχουμε καλά με τον εαυτό μας, οι κόσμοι «μας» είναι παράδεισοι καταλλαγής. Για ό,τι σωστό επράξαμε, για ό,τι περισώσαμε, για ό,τι ευτυχήσαμε να αποκτήσουμε.

ΚΟΣΜΟΙ κλεισμένοι στα «συρτάρια» του νου μας, γαληνεμένοι ή ταραγμένοι, περιέχουν οδυνηρά ή πολύτιμα βιώματα. Συνωστίζονται εκεί συναισθήματα ανέκφραστης αγάπης ή απέχθειας, καλοσύνης ή κακίας, χαράς ή λύπης, φθόνου ή παραδοχής, απογοήτευσης ή επιτυχίας, απόρριψης ή αποδοχής, ηδονής κι οδύνης, ελπίδας και ονείρου. Με το άνοιγμα κάθε «συρταριού», ξεπετιούνται σαν πουλιά, πρόσωπα, χαμόγελα, φόβοι, χαρές, σιωπές. Πρόσωπα που «έφυγαν» και επανέρχονται αποζητώντας ένα λησμονημένο χάδι, μια ανείπωτη συγνώμη. Πρόσωπα αλλοιωμένα από τον καθρέφτη του χρόνου. Πρόσωπα για τα οποία αντιλαμβανόμαστε με πίκρα πως στον παρόντα χρόνο δεν χωρούν πια επικλήσεις και μετάνοιες, παρά μόνο συγχώρεση και συγνώμη.

 

 

 

…ΟΙ ΔΙΚΟΙ μου κόσμοι είναι κρυμμένοι καλά στα πρώτα μεταπολεμικά/μετεμφυλιακά χρόνια. «Πέτρινα» για όλους μας. Ένας από τους «πλουσιότερους» ονειρικούς τόπους μου βρίσκεται στις παρυφές του Βερμίου όπου ζήσαμε, με άλλα μικρά παιδιά, για τέσσερα χρόνια στην Παιδόπολη «Καλή Παναγιά» (Βέροια, 1950-1954). Αγαπήσαμε πολύ το χώρο και χορτάσαμε την με ανοιχτούς ορίζοντες παιδικότητά μας. Νιώσαμε την «εκκωφαντική» σιωπή της φύσης ακούγοντας μόνο τα βήματα του Θεού στο γύρισμα των εποχών. Απολαύσαμε το απέραντο του μακεδονικού κάμπου…

Τα χρόνια εκείνα ήταν απ΄τα πιο ουσιαστικά για τη μετέπειτα διαμόρφωσή μας: οι Μεγάλες Τάξεις του Δημοτικού Σχολείου, από την Τρίτη μέχρι και την Έκτη, υπήρξαν μεστές σοφίας, επειδή είχαμε εξαίρετους δασκάλους. Μέσα σε μια εκπληκτικής ομορφιάς τοποθεσία, βιώσαμε το γαλήνεμα της ταραγμένης μας ψυχής μετά τη φοβερή αιμάτινη μπόρα του αδελφοκτόνου εμφυλίου (1946-1949). Ωριμάσαμε πρόωρα και σωστά.

Οι βερμιώτικες εποχές εναλλάσσονταν αρμονικά, με όλη τη μεγαλοπρέπεια ήχων και χρωμάτων των εφήμερων πλασμάτων της φύσης. Γευτήκαμε χορταστικά το παιχνίδι. Το πέρασμα του χρόνου άφησε μέσα μας πλήθος αλησμόνητων εικόνων. Ο έναστρος, ανοιξιάτικος, καλοκαιρινός ή φθινοπωρινός ουρανός δίδασκε πολύ περισσότερα από όλα τα βιβλία του κόσμου. Ο τόπος και οι άνθρωποι, οι φιλίες, η ηρεμία, πρόσφεραν μια πληρότητα στην ψυχή που καμιά φιλοσοφία ή θρησκεία δεν θα μας την πρόσφερε. Εκεί δημιουργήσαμε τις καλύτερες σχέσεις με τους δασκάλους και τους συμπαιδοπολίτες μας: σχέσεις που κατά παράδοξο και ανεξήγητο τρόπο παραμένουν, μετά από 60 τόσα χρόνια, πιστές κι ευλαβικές στην ανεπανάληπτη κι ανεπίστρεπτη  εκείνη παιδικότητά μας.

ΗΡΘΑΝ κι άλλοι κόσμοι, ανοίχτηκαν κι άλλα «συρτάρια» του νου (Κιλκίς, Θεσσαλονίκη, Σύμη, Γαλλία, Χανιά). Όμως, σήμερα, πολύωρες κουβέντες έχουμε μόνο με παλιούς συμπαιδοπολίτες. Κουβέντες που ξαναφέρνουν πίσω το άρωμα των ωραιότερών μας χρόνων∙ ίσως πολύ δυσκολότερων του σήμερα, αλλά πιο αποδοτικών στο «στήσιμο» του εαυτού μας.

ΟΙ ΔΙΚΟΙ μου κόσμοι, άλλοτε μοιάζουν με τις πτώσεις και τις μεταμορφώσεις της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων», ή τον «πέτρινο» μικρόκοσμο του Μέλιου στο «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα». Κάποιες φορές είναι τρομακτικοί, θαρρείς βγαλμένοι από πίνακες του Γκόγια (Goya) ή του Peter Βrueguel. Όλοι τους όμως, παραμένουν γεμάτοι σοφία, ομορφιά, εμπειρίες και γνώσεις, ώστε να μη φωλιάζει ποτέ η πλήξη.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

-(1) Μικρό απόσπασμα από το εισαγωγικό ποίημα του Λιούις Κάρολ («Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», σελ. 23, έκδ. «Το Βήμα», μτφρ. Παυλίνα Παμπούδη, 2013).

-(2) H φράση Lenfer, cest les autres (=Η κόλαση, είναι οι άλλοι) αναφέρεται στο θεατρικό έργο «Κεκλεισμένων των θυρών» (“Huis Clos”, 1944) του Jean-Paul Sartre. Η απήχησή της στο κοινό ξεπέρασε το φιλοσοφικό της πλαίσιο και έγινε κοινοτυπία.

 

 

——————————————————-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟ:

http://www.haniotika-nea.gr/fantasiosis-tholoura-ideologimaton-ke-kinoniki-pragmatikotita/

 


Σχολιάστε