"Ο λόγος ο εφήμερος βαστά μόνο μια μέρα
το άρωμά του όμως κρατεί και νύχτα και ημέρα"
Στ.Γ.Κ., Νοε. 2010

Ισοριογραφία και λαϊκή ποίηση (Χ.Ν., 3-7-17)

 

 

 

 

ΤΟ ΑΞΙΟΘΑΥΜΑΣΤΟ με τους Χανιώτες, γενικότερα με τους Κρητικούς, είναι ότι παράγουν πολλή ιστορία! Γι αυτό και το πλήθος βιβλίων με καταγραφές γεγονότων και προσώπων. Γι αυτό και οι πολλές αφηγηματικές ρίμες που εξυμνούν κατορθώματα. Δεν υπάρχει περίπτωση οικογενειών με το ίδιο επώνυμο που να μην έχουν κάποιο συλλογικό αρχείο με το γενεαλογικό τους δέντρο, στο οποίο όμως περιλαμβάνονται και τα κλέη των προγόνων τους! Εξάλλου, ονομαστές οικογένειες οργανώνουν τακτικά «συναπαντήματα». Ναι, ο έρωτας για το παρελθόν είναι ευλογία για την ιστορία του νησιού, μια ιστορία που αποτελεί πηγή δικαιολογημένης περηφάνιας.
Η ΚΥΡΙΑ Ευαγγελία Νικολακάκη-Μανιουδάκη καταπιάνεται με το δυσκολότατο έργο τής όσο το δυνατό λεπτομερέστερης καταγραφής της ιστορίας του γενέθλιου τόπου της (Κάμποι Κεραμειών). Με επιμονή στη λεπτομέρεια, μόχθο και λατρεία σ΄αυτό που λέμε «ντοκουμέντο» (έγγραφα, προφορική αφήγηση, μαρτυρία, φωτογραφία) δεν αφήνει τίποτε ατεκμηρίωτο στο ογκώδες βιβλίο της (1), αποδεικνύοντας πόσο πιστός «εραστής» της ιστορίας είναι. Έτσι, στις πάμπολλες αναφορές της στους αλλοτινούς ανθρώπους του τόπου της (οικογένειες και άτομα), αναθιβάνει και τον Μπάρμπα-Γιάννη (Ιωάννης Γ. Μαυρεδάκης), φίλο του Ελευθερίου Βενιζέλου, συναγωνιστή του στο κίνημα του Θερίσσου και συνυπογράψαντος το επαναστατικό ψήφισμα της 10ης Μαρτίου (Απριλίου) 1905. Στην αναφορά της η κα Νικολακάκη κάνει μνεία κι ενός ωραίου “ιστορικού” ποιήματος του Μπάρμπα-Γιάννη.

Η ΑΞΙΑ του ποιήματος, αφιερωμένου στο θάνατο του Ελ. Βενιζέλου, έγκειται στο ότι ο λαϊκός δημιουργός του είναι αυθεντικός και ξαναφέρνει στο προσκήνιο τη γοητευτική παρόδοση των αρχαίων αοιδών. Αλλά και την άλλη, την ομηρική, του «συναπαντήματος» ζωντανών και νεκρών (Ομήρου Οδύσσεια, Νέκυια, ραψωδία λ), με την «εις Άδην» κάθοδον του Εθνάρχη! Βάζει, λοιπόν, ο ποιητής το νεκρό Βενιζέλο να συναντιέται με όλους εκείνους τους λαμπρούς ήρωες των παλιών επαναστατικών κινημάτων της Κρήτης! Μια παράδοση που θα τη βρούμε διάσπαρτη στα έργα και των νεότερων ποιητών (Κ. Φραγκούλης), και στις μαντινάδες.
ΓΡΑΦΕΙ η συγγραφέας εισαγωγικά στο ποίημα (σελ. 620): «Τον Μπάρμπα Γιάννη τον οποίο κρατώ  στην  μνήμη μου να  απαγγέλει τα παρακάτω ποιήματα και «γω να ‘μαι ένα μικρό  δασκαλάκι», όπως μας έλεγαν τότε και κατ’ απαίτησή του να  κάθομαι στο τραπεζάκι του καφενείου και να τα γράφω. Να  απαγγέλλει, να σταματά και να τον περιμένω να του περάσει  η συγκίνηση για να συνεχίσουμε. Μα τον επίλογο σε κάθε  ποίημα δεν τον έλεγε με λόγια, ήταν μια  εικόνα:  να ψάχνει να βρει το μαντήλι του, να σκουπίσει τα δάκρυά του που μου  φαινόταν πως είχαν φτιάξει αυλάκι στο γερασμένο του  πρόσωπο, και συνάμα να φεύγει ένας βαρύς στεναγμός. Να  απαγγέλλει για τη Σμύρνη, να είναι το δάκρυ του  καυτό και ο στεναγμός του φωτιά για το λαό που χάθηκε. Για δε τον Βενιζέλο που τον εθεωρούσε άτρωτο, που ήταν τόσο  υπερήφανος, ο Κρητικός Μπάρμπα Γιάννης για τον δικό του  Βενιζέλο, τώρα τον βλέπει νεκρό, προσπαθεί να παρηγορηθεί  στο ποίημά του-μοιρολόι και λέει: «Μα ώστε να στέκουν τα  βουνά, τ’ όνομα θα γροικάται». Αλλά από κοντά θυμάται ο παλιός μπιστικός του αρχηγού και τους άλλους  ήρωες, έναν ένα,  που  χάθηκαν  για  τη  λευτεριά  της  Κρήτης». Με τίτλο «Ποίημα για τον Ελευθέριο Βενιζέλο» μάς διασώζει το λαϊκό θρήνο:

«Κάθε  πρωί  με  τη  δροσιά  π ‘ ανοίγει το λουλούδι
αφρουκαστείτε  να  σας  πω  λυπητερό  τραγούδι.
Και  σεις  τα  όρη  τα  Λευκά  να  μαυροφορεθείτε
και ο  Βενιζέλος  πέθανε  δε  θα  τον  ξαναδείτε.
Ένα  πουλάκι  κελαϊδά  λυπητερά  και  λέγει
Μες  το  Παρίσι  πέθανε  ο  ένδοξος  Λευτέρης.
Μες  στο  Παρίσι  πέθανε  απού  κανε εξορία
εις  τα  Χανιά  τον  φέρανε  κατά παραγγελία.
Στα  Φρούδια  τον  εθάψανε  εις  τον  Προφήτη  Ηλία
τα  μάτια  μας  δεν  είδανε  καλύτερη  κηδεία.
Για  κανονιές  ρίχνει  βροντές,  για  δάκρυα  ψυχαλίδα
και  θαύμα  μεγαλύτερο  στα  μάθια  μου  δεν είδα.
Αχ  και  να ‘ταν  δυνατόν  τα  μάτια  του  ν’ ανοίξει
να  δει τον  κόσμο  που ‘τρεξε  να  τον  επροσκυνήσει.
Όλη  η  Κρήτη  έκλαιγε  Περαίας  και  Αθήνα
μα  κλαίγαν  και στην Ήπειρο Θράκη  Μακεδονία.
Κλαίν΄ τονε  οι  Θερισιανοί  κλαίν’ τονε  και  στο  Στύλο
κλαίειν’ τονε  και ο  Καλογερής  ο  μπιστικός  του  φίλος.
Ούλος ο κόσμος έκλαιγε ούλοι μικροί μεγάλοι
μα  μαύρα  δάκρυα  έβγαλε  Σοφούλης  Καφαντάρης.
Πολλοί  σε  κλαίγαν  αρχηγέ  μέσα  από  το  Λασίθι
μα  μαύρα  δάκρυα  έβγαλε  ο  Κούνδουρος  ο  Σήφης.
Αυτός  που  είναι  έξυπνος  κι  είναι  και  παληκάρι,
αν  έχουν  νου  οι  Κρητικοί  τη  δόξα  του  θα  πάρει.
Παρακαλώ  την  Έλενα  να  μην  πολυοθρηνάται,
μα  ώστε  να  στέκουν  τα  βουνά,  τ’ όνομα  θα  γροικάται.
Παρακαλώ  σε  Σοφοκλή, παρηγοριά  τση  κάνε,
μα  άγγελος  στους  ουρανούς  πιστεύομε  πως  θα’  ναι (…)
Εκεί  όπου  θα  πας  θα  βρεις,  Παπούλα  και  Κιμήση
και το  Βολάνη  εκειά  θα  βρεις,  που  τίμησε  την  Κρήτη.
Όλους  τους  αρχηγούς  θα  βρεις,  και  το  Χατζημιχάλη,
το  Γογονή, το  Σήφακα  και  το  Δασκαλογιάννη.
Και  τον  Κακούρη  εκειά  θα  βρεις,  ζωγραφισμένη  εικόνα
το  Χανταμπή  με  το  Χναρά,  μεσ’  από  τη  Δρακόνα.
Τους  δυο  Γελάσηδες  θα  βρεις, Δημήτρη  και  Μιχάλη,
το  Λαμπρινό, τον  Τσούχλαρη  που  ήτονε  παληκάρι.
Κι  οι  τρεις  ήταν  αγωνιστές  κι  ήταν  μεγάλοι  φίλοι,
μαζί  αγωνιστήκανε  στα  φρούδια  στ ‘Ακρωτήρι.
Το  Σταυριανό  εκειά  θα  βρεις,  το  Γιώργη  το  Μπυράκη,
στο  Ρέθυμνο  σκοτώθηκε,  εις  το  Βιολί  Χαράκι.
Το  Μαυρομούστακο  θα  βρεις  τον  Κώστα  το  μεγάλο
Ρούσοι  τονε  σκοτώσανε  στο  Ρέθυμνο  στου  Γάλο.
Πολλοί  εσκοτωθήκανε  προς  χάρη  ιδική  σου
προστάτευέ  τους  αρχηγέ  και  πάρε  τους  μαζί  σου.
Από  την  Κίσσαμο  θα  βρεις  τον  αρχηγό  Σκαλίδη
τον  Τριποδάκη  εκεί  θα  βρεις  και  τον  Πολυχρονίδη.
Από  το  Σέλινο  θα  βρεις  Κορκίδη  και  Κριάρη
τον  Κασελόπαπα  θα  βρεις  που ‘τανε  παληκάρι.
Όλους  τους  αρχηγούς  θα  βρεις  και  θα  βαστούν  ξεφτέρια
και  θα  σε  παραδώσουνε  εις  του  Χριστού  τα  χέρια.
Όλος  ο  κόσμος  κλαίει  σε,  λυπάται  τη  σπουδή  σου
αιώνια  η  μνήμη  σου  και  η  ανάπαυσή  σου». (2)
… ΜΑ, τί άλλο είναι η καταγραφή της ιστορίας, αν δεν είναι ένας συνεχής διάλογος ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, σε ζωντανους και απογενόμενους, στο μύθο και την πραγματικότητα;

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) Ευαγγελία Νικολακάκη-Μανιουδάκη («Οι Εραστές της Λευτεριάς», Χανιά 2011)
-(2) Ο επίλογος του ποιήματος ανανεώνει την κρητική παράδοση που θέλει (όπως στον «Ερωτόκριτο») να γίνεται  μνεία του ποιητή και του τόπου του: [«Και  αυτός  απού  το  σύνθεσε  αυτό  το  τραγουδάκι/ από  τους  Κάμπους  ήτανε  Γιάννης  ο  Μαυρεδάκης. Και  να  του  συμπαθήσετε  αν  έκανε  και  λάθος/ τα  γράμματά  του  τα  ‘μαθε  στον  Πλάτανο  από  κάτω. Στον  Πλάτανο  τα  έμαθα  και  είναι  πολύ  ολίγα/ του Γέρου συγχωρέσετε και ζήτω του  Πλαστήρα.] [Κάμποι  20  Απρίλη  1936,  Ιωάννης  Γ.  Μαυρεδάκης]


Σχολιάστε